ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ 20ου αι.
ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ Α’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ
Τον 20 αι. υποχωρεί η πρακτική ελεύθερης μετατρεψιμότητας τραπεζογραμματίων σε χρυσό.
Τον Μεγάλο Πόλεμο ακολουθεί οικονομική ύφεση, με ψηλό πληθωρισμό και νομισματική αστάθεια.. Το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό & νομισματικό πρόβλημα είχε πολιτική φύση. Η προσπάθεια για επιστροφή στη νομισματική κανονικότητα, συνεπάγονταν νέα στροφή στο φιλελευθερισμό.
Ο Εθνικισμός, λόγω Μεγάλου Πολέμου, οδήγησε τους εμπόλεμους στην αναγκαστική ανακυκλοφορία χαρτονομισμάτων, μη μετατρέψιμων σε χρυσό. Εξαίρεση αποτέλεσε το δολάριο των Η.Π.Α.
Από το 1925 σημειώνεται προσωρινή στροφή στο χρυσό κανόνα, με τη διαφορά πως τα ευρωπαϊκά νομίσματα εκτός του χρυσού, συνδέθηκαν και με το συνάλλαγμα χρυσής βάσης (δολάριο, στερλίνα).
Η εκ’ νέου φιλελευθεροποίηση των δυτικών οικονομιών, συνεπάγονταν έμμεση σύνδεση με το χρυσό, μέσω καθορισμού σταθερής ισοτιμίας.. Η πρακτική ακολουθήθηκε και από εκτός Ευρώπης κράτη, ενώ το Λονδίνο έγινε διεθνές νομισματικό κέντρο.
Η διαδοχική ένταξη εθνικών νομισμάτων στον κανόνα χρυσού συναλλάγματος, δημιούργησε δεσμούς αλληλεξάρτησης στις επιμέρους οικονομίες και, κυρίως τις ένταξε στο περιβάλλον της στερλίνας.
Στην Ευρώπη, μετασχηματίστηκε ο θεσμός των Κεντρικών Τραπεζών, οι οποίες απόκτησαν ευρύτερο έλεγχο πάνω στην οικονομική ζωή, με στόχο τη διατήρηση της νομισματικής σταθερότητας.
Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 1929
Η κρίση του 29 έθεσε τέλος στην προσπάθεια μετατρεψιμότητας των τραπεζογραμματίων. Ο Κέυνς είχε προβλέψει τα μειονεκτήματα εφαρμογής τόσο του χρυσού κανόνα ή του χρυσού κανόνα συναλλάγματος κατά τον μεσοπόλεμο. Η κριτική του εστιάστηκε στην ανατροπή της νομισματικής κανονικότητας του 19ου αι., λόγω του Μεγάλου πολέμου και στην συνεπαγόμενη εξάρτηση του διεθνούς νομισματικού συστήματος από τις Η.Π.Α. όσον αφορά τη πολιτική της σχετικά με το χρυσό.
Από τέλη δεκαετίας 1920, το Λονδίνο κατέστη διεθνές νομισματικό κέντρο, μέσω σύνδεσης των ευρωπαϊκών νομισμάτων με τη στερλίνα. Όμως, η αδυναμία διατήρησης των διεθνών συναλλαγματικών αποθεμάτων στο Λονδίνο και η υποτίμηση της στερλίνας το 1931, προκάλεσε κρίση πανικού στις ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες. Απόρροια υπήρξε η εφαρμογή πολιτικών προστασίας των εθνικών νομισμάτων, όπως η νομοθετική απαγόρευση εξαγωγής συναλλάγματος. Έτσι, το θεμελιωμένο στη στερλίνα σύστημα του χρυσού κανόνα συναλλάγματος κατέρρευσε.
Από την Γαλλία έγινε προσπάθεια δημιουργίας ζώνης χρυσού μαζί με την Ελβετία και τις Κάτω Χώρες, ώστε να διατηρηθεί ο κανόνας χρυσού. Το εγχείρημα απέτυχε με την υποτίμηση του ελβετικού φράγκου και κατόπιν του γαλλικού.
Οι ευρωπαίοι οικονομολόγοι της εποχής, πίστευαν πως η κρίση οφείλονταν σε δομικές ανισορροπίες του συστήματος και σε αίτια που προϋπήρχαν του 29, παρά σε νομισματικούς παράγοντες. Εξάλλου ο Κέυνςσύνδεσε την κρίση με κοινωνικούς και ψυχολογικούς παράγοντες, καθώς θεωρούσε πως η απογοήτευση των προσδοκιών, όσον αφορά την κερδοφορία επενδύσεων, αποτελούσαν από τα χαρακτηριστικά της κρίσης.
Στην Ελλάδα, η κρίση εκδηλώθηκε αρχικά με τη μορφή σφοδρής αγοραστικής κρίσης. Όμως, η κρίση αναλύθηκε περισσότερο ως νομισματικό φαινόμενο, παρά ως δομική ανισορροπία, λόγω του Μεγάλου Πολέμου.
Σε πρόσφατες μελέτες, η παγίωση της κρίσης συνδέεται με τη μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων των κεντρικών τραπεζών και τις μεταπτώσεις του χρυσού κανόνα συναλλάγματος. Ο J.K. Galbraith, εντοπίζει την μεγάλη κρίση στην ανισορροπία προσφοράς & ζήτησης και στον καταμερισμό του τραπεζικού συστήματος, κατά τη δεκαετία του 20 που επέφερε αθρόα ανάληψη καταθέσεων. Επίσης, εστιάζει και στις διευρυμένες αμερικάνικες επενδύσεις κατά τον Μεγάλο Πόλεμο.
Ο χρυσός κανόνας συναλλάγματος δεν μπόρεσε να επιβιώσει και τη θέση της στερλίνας πηρέ το δολάριο, μετά το 1934.
Η κατάρρευση του μεσοπολεμικού κανόνα, οδήγησε στην αποσύνθεση του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.
Η κρίση του 20’ & 30’ καταδεικνύει την πολιτική φύση των νομισματικών θεσμών,
πρωτίστως των υπερεθνικών. Η σταδιακή εξάρτιση της ευρωπαϊκής οικονομίας από τις Η.Π.Α., η γερμανική δυσπραγία, αλλά κυρίως η κρίση του 29’, ανέκοψαν τη φιλελεύθερη στροφή της δεκαετίας του 20’ και εισήγαγαν όρους διευρυμένου κρατικού παρεμβατισμού.
Την οικονομική εσωστρέφεια, ακολούθησε η κρίση του κοινοβουλευτικού θεσμού, ανοίγοντας το δρόμο σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, γεγονός που σηματοδοτεί την αποσύνθεση των παλιών ελίτ: Εκκλησίας, αστισμού & αριστοκρατίας. Άλλωστε, πολλοί μικρομεσαίοι είδαν αυτά τα καθεστώτα, ως ανάχωμα στις υπερβολικά φιλελεύθερες επιλογές.
Το νόμισμα ως θεσμός, καταδεικνύει τη διαπλοκή μεταξύ πολιτικής εξουσίας, ιστορικής συγκυρίας και οικονομικών μηχανισμών. Κατά συνέπεια, τα οικονομικά φαινόμενα, μπορούν να ερμηνευτούν, μόνο με τη συνδρομή της πολιτικής ιστορίας αλλά και με τη χρήση εργαλείων άλλων κοινωνικών επιστημών.
ΠΗΓΕΣ
- AldcroftD – VilleS. επιμ., Η Ευρωπαϊκή Οικονομία 1750-1914, εκδ. Αλεξάνδρεια, μτφρ. Ν. Σταματάκης, Αθήνα 2005
- Δρίτσα Μαργαρ. (επίμ)/ Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Ευρώπης/ Εκδ. ΕΑΠ/ Πάτρα 2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου