Κυριακή 13 Απριλίου 2014

ΕΥΡΩΠΗ: ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΕΡΓΑΣΊΑ ΑΜΙΣΘΗ κ' ΕΜΜΙΣΘΗ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

ΕΥΡΩΠΗ: ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΕΡΓΑΣΊΑ ΑΜΙΣΘΗ κ' ΕΜΜΙΣΘΗ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ & ΣΧΕΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ, 19ος αι. (Ποθητή Χαντζαρούλα)
ΓΥΝ.ΑΡΓΑΛΕΙΟΣ   Tο νέο στοιχείο κατά τη Βιομηχανική Επανάσταση, αφορά την έκταση ενσωμάτωσης της γυναικείας εργασίας στη ραγδαία επέκταση της εργοστασιακής & βιομηχανικής παραγωγής και, συνάμα, τη σχέση με χαμηλούς μισθούς, εντατικοποίηση και εργασιακή πειθαρχία.
Το φύλο αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι σχέσεις μεταξύ αντρών και γυναικών γίνονται κατανοητές. Η γνώση για τη διαφορά των φύλων παράγεται μέσω θεσμών και καθημερινών πρακτικών και δεν αναφέρεται σε ανιστορικές οντότητες στη βάση σωματικών χαρακτηριστικών, αλλά στο πως αυτός ο διαχωρισμός διαμορφώθηκε σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Αφορά αντιλήψεις για ανδρικότητα & θηλυκότητα, δηλαδή τα χαρακτηριστικά που τους αποδίδονται. Συνεπώς το φύλο είναι κοινωνική και πολιτισμική κατηγορία. 

John Scott, επεξεργασία φύλου σε 2 επίπεδα
1. Φύλο συστατικό στοιχείο κοινωνικής ανάλυσης. Δηλαδή, κοινωνική & πολιτισμική η κατασκευή της έμφυλης διαφοράς. Φύλο θεμέλιο κοινωνικών θεσμών, οικογένεια, συγγένεια, καταμερισμός εργασίας, στην κοινωνική, οικονομική, πολιτική, πολιτισμική ζωή. Στο πολιτικό επίπεδο και στους θεσμούς, στην αγορά εργασίας μέσω έμφυλου καταμερισμού εργασίας, στο πολίτευμα μέσω αποκλεισμού γυναικών από τα πολιτικά δικαιώματα, και όχι μόνο, στο σύστημα οικογένειας, συγγένειας, νοικοκυριό. 
2. Φύλο, πρωταρχικός τρόπος νοηματοδότησης σχέσεων εξουσίας. Βάση κανονιστικών αξιών, σύστημα που παράγει νοήματα που πραγματώνονται στην κοινωνική ζωή, αναπαραστάσεις ανδρικότητας & θηλυκότητας και διαπλέκονται με ζητήματα εθνικότητας, φυλής και θρησκείας. Αυτές οι αξίες οργανώνονται δε διχοτομικά σχήματα αντιθέσεων που λειτουργούν ως αρχές κατανομής της εξουσίας.
Νέα κοινωνική ιστορία από τα κάτω, αμφισβήτησε την ταύτιση γυναικών με τον οίκο, όπως και τη φυσικότητα του καταμερισμού εργασία κατά φύλο.
Το φύλο για την Άβα Μπάρον, δεν αποτελεί υποφαινόμενο που εισάγεται στο χώρο εργασίας, αλλά παράγεται και αναπαράγεται στην εργασία. 
  
Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Χειρωνακτική παραγωγή & Οικοτεχνία αποτελούν τις 2 μορφές παραγωγής που άνοιξαν το δρόμο στην εκβιομηχάνιση.
Η Οικοτεχνία της υπαίθρου αναπτύχθηκε κυρίως τον 17ο αι και αποτελούσε χαρακτηριστικό της πρωτοεκβιομηχάνισης, η οποία αποτέλεσε μοντέλο ερμηνείας της εκβιομηχάνισης. 
  Κατά τον Mendles, η πρωτοεκβιομηχάνιση οδήγησε στη Βιομηχανική Επανάσταση για τους εξής λόγους: α) αύξηση των εισοδημάτων οδήγησε στην δημογραφική ανάπτυξη, με απόρροια την ανατροπή ισορροπίας μεταξύ προσφοράς εργασίας & τοπικής αυτάρκειας. Η οικοτεχνία δημιούργησε τα απαραίτητα για τη Β. Επ. εργατικά χέρια. β) Συσσώρευση κεφαλαίου από τα κέρδη εμπόρων, ιδιοκτητών γης και εμπόρων καλλιεργητών, γ) απαιτούσε και παρήγαγε εξειδικευμένη γνώση της βιοτεχνικής οργάνωσης & εμπορίου και δημιούργησε το έδαφος για τεχνική εκπαίδευση και ένα νέο δυναμικό επιχειρηματιών, δ) έδωσε ώθηση σε αλλαγές στην οργάνωση εργασίας και σε νέες τεχνικές.
Επιπλέον, ο Χανς Μέντικ, εστίασε στα χαρακτηριστικά της «οικογενειακής οικονομίας» και τη στενή σχέση με την καπιταλιστική οργάνωση του εμπορίου, του συστήματος παραγγελιών, προώθησης και διάθεσης των προϊόντων. Η οικιακή οικονομία που βασίζονταν στη γη και τη μεταβίβασή της, μετασχηματίστηκε σε πρωτοβιομηχανική οικογενειακή οικονομία. Η λειτουργική σχέση μεταξύ οικογενειακής οικονομίας και εμπορευματικού κεφαλαίου, αποτέλεσε ένα σύνολο κοινωνικών σχέσεων παραγωγής, δίνοντας στη διαδικασία πρωτοεκβιομηχάνισης χαρακτηριστικά ενός κοινωνικο-οικονομικού συστήματος.
Αδύνατα σημεία του μοντέλου: α)αδυνατεί να συμπεριλάβει όλο το φάσμα δραστηριοτήτων, όπως μεταλλουργία, ορυχεία, β) ΓΥΝ ΟΡΥΧΕΙΟοικιακή παραγωγή άνθησε ήδη από τα τέλη του Μεσαίωνα, γεγονός που αποδυναμώνει τη θεωρία ομαλής μετάβασης από το ένα σύστημα στο άλλο, γ) Η Β. Επαν. Δεν μπορεί να ερμηνευτεί με βάση την οικοτεχνία, εφόσον η πρωτοεκβιομηχάνιση δεν εξελίχθηκε παντού σε εκβιομηχάνιση, όπως δείχνει η υφαντουργία, δ) η μετάβαση από το σπίτι στο εργοστάσιο δεν έγινε αυτόματα, ενώ συνυπήρχαν διαφορετικές μορφές οργάνωσης της παραγωγής, ε) η πρωτοεκβιομηχάνιση θεμελιώνει ως μοντέλο οργάνωσης της εργασίας την «οικογενειακή οικονομία», αλλά παραβλέπει την ανάγκη εργατικών χεριών εκτός οικογένειας. Επιπλέον, η θεωρία γεννά ερωτήματα για το πώς αντιλαμβανόμαστε την γυναικεία εργασία και τους οικογενειακούς ρόλους, τις έμφυλες σχέσεις και τη μορφή του νοικοκυριού. Συχνά εμπερικλείει, μονοδιάστατη και ομοιογενή γυναικεία εμπειρία, καθώς παραβλέπεται ο κύκλος ζωής.
Το νοικοκυριό αποτέλεσε ευρύτερη έννοια απ’ αυτή του 19ου αι, και τον 20ο αι. αποτέλεσε τη βασική παραγωγική μονάδα και η οικογένεια τη βασική πηγή εργασίας. Κατά το μοντέλο της μετάβασης, η οικογενειακή οικονομία αντικαθίσταται από το «σύστημα οικογενειακών νοικοκυριών», με τη μισθωτή εργασία να κατέχει μικρό ρόλο.
Οι οικογενειακές στρατηγικές που τροφοδότησαν την Β. Επ, τοποθέτησαν τη γυναίκα σε στρατηγική θέση, βάσει τομής τριών λειτουργιών: α) κατανάλωση, β) παραγωγή, γ)αναπαραγωγή. Ωστόσο, το μοντέλο παραγνωρίζει την εργασία των μελών της οικογένειας εκτός του νοικοκυριού. Οι οργανωτικές δομές καθόρισαν το μέτρο στο οποίο η γυναικεία εργασία, μεταφράζονταν σε ανεξάρτητα εισοδήματα, νέες θέσεις και ελευθερίες, στα πλαίσια της εμπορευματικής βιοτεχνικής παραγωγής. Πολλά ήταν μεγάλα εργαστήρια που συγκέντρωναν την οικιακή βιοτεχνία σε κοινή στέγη. Ενώ, οι οικογενειακές βιοτεχνίες δουλεύουν απευθείας για τον έμπορο, υπό την υπερεργολαβία των συζυγών ή σε μονάδες οικιακής παραγωγής.
Στη χειροτεχνική βιοτεχνία του 18ου αι., η γυναικεία προσφορά σε εργατικό δυναμικό ήταν σημαντικότατη, τόσο απ’ τα προηγούμενα, όσο κι απ’ τα επόμενα στάδια εκβιομηχάνισης. Αν και χαμηλόμισθη, η γυναικεία εργασία αυτής της οικογενειακής οικονομίας, είχε σημαντική συμβολή στο βιοτικό επίπεδο και στην αντιμετώπιση της ένδειας.
Τα εισοδήματα του αρχηγού της οικογένειας, αποτελούσαν καθοριστικό παράγοντα για τη συμμετοχή της γυναίκας στο εργοστασιακό δυναμικό, αν και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου προέκυπτε από τη γυναικεία & παιδική εργασία. Όταν οι αμοιβές των γυναικών ήταν υψηλές, παρήγαν περιορισμένες δυνατότητες ανεξάρτητης διαβίωσης, όμως κάτι τέτοιο ήταν εφικτό για περιορισμένες φάσεις του κύκλου ζωής. Η μεγάλη συμμετοχή των γυναικών σε τομείς όπως η παραγωγή υφασμάτων, επηρέασαν την ανάπτυξη νέων βιομηχανιών και τεχνολογιών, που επινοήθηκε για τη χρήση της φθηνής εργασίας τους.

 ΚΑΤΑ ΦΥΛΟ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 
ΓΥΝ ΥΦΑΝΤ  Υπάρχει η αντίληψη, πως με τη Β. Επ και με τη μετατόπιση της εργασίας από τον οίκο στο εργοστάσιο, οι γυναίκες ήρθαν σε μειονεκτική θέση, λόγω της εκβιομηχάνισης, του καπιταλισμού και της εκμηχάνισης. Παράλληλα, οι γυναικείες θέσεις περάσανε στους άντρες, λόγω της εκμηχάνισης. Ωστόσο, η εικόνα για τη θέση της γυναίκας τον 18ο αι, είναι μάλλον στρεβλή.
Οι δημογραφικές αλλαγές του 18ου αι, δημιούργησαν νέες ηλιακές και έμφυλες ισορροπίες (οι γυναίκες παντρεύονταν σε μεγαλύτερη ηλικία, υψηλότερα πόστα ανύπαντρων & χήρων απ’ ότι τον 19ο αι), καθώς οι ενήλικες γυναίκες εξαρτιόταν από τη νηματουργία και τη γεωργική εργασία που αποτελούσαν επισφαλή απασχόληση στα τέλη του 18ου αι. Επιπλέον έπαιρναν λιγότερα χρήματα και αποτελούσαν κύρια ομάδα προσφυγής στην πρόνοια. Όπως και σήμερα κατηγορίες γυναίκας και φτώχειας συγκλίνουν. 
Από τον 15ο αι., οι συντεχνίες θέτουν περιορισμούς στη γυναικεία συμμετοχή. Από τον 16 αι, η συμμετοχή τους περιορίστηκε σε χαμηλού κύρους εργασίες. Η αστική ανάπτυξη, αν και δημιουργεί πληθώρα εργασιών, επιπλέον περιόρισε την πρόσβασή τους σε αρκετά επαγγέλματα. Επιπλέον, η μεταφορά της παραγωγής απ’ τους εμπόρους εκτός της εμβέλειας των συντεχνιών, επέφερε περιορισμούς από τις συντεχνίες και ταύτιση με συγκεκριμένα επαγγέλματα. Αποτέλεσμα υπήρξε, η αποχώρηση των γυναικών από τις συντεχνίες και την προσχώρηση στην οικοτεχνία..
Ως το τέλος του 17ου αι., οι η γυναικεία εργασία είχε αλλάξει χαρακτήρα και συνέβαλε στην ανάπτυξη της οικιακής βιοτεχνίας, κυρίως της υφαντουργίας. 
Η μαθητεία, αποτελούσε μηχανισμό ελέγχου των γυναικών στην κοινωνία και προστασίας των αντρικών προνομίων. Οι ορισμοί ειδίκευσης & μη ειδίκευσης, αντανακλούν έμφυλες διακρίσεις, παρά τεχνικά χαρακτηριστικά της εργασίας.
Η ευελιξία της γυναικείας εργασίας, έστρεψε πολλούς εμπόρους στην ύπαιθρο. Αν και η γυναικεία εργασία, περιστασιακή και ακανόνιστη, συνέβαλε στην επιβίωση πολλών επιχειρήσεων.
Από τον 18ο αι., ανάδυση της μισθωτής εργασίας σε πόλη & ύπαιθρο. Αν και οι χαμηλοί μισθοί των γυναικών, σπάνια διασφάλιζαν την ανεξάρτητη διαβίωση.

 ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ (1760-1820) & ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ.
Η σύγχρονη έρευνα έχει αμφισβητήσει την Βιομηχανική Επανάσταση ως περίοδο θεμελιώδους οικονομικού & τεχνολογικού μετασχηματισμού.
Νέοι δείκτες οικονομικής μεγέθυνσής δείχνουν προς την κατεύθυνση της συνέχειας, παρά της ασυνέχειας στην αύξηση των Γ. ΟΜεκροών και της παραγωγικότητας, κατά τη διάρκεια της κλασικής Β. Επ. στην Αγγλία. Η κυρίαρχη άποψη συνίσταται στο ότι υπάρχει συνέχεια παρά ρήξη, χαμηλή παραγωγικότητα, συγκέντρωση του ανδρικού δυναμικού στις παραδοσιακές βιομηχανίες, οι οποίες δε γνώρισαν τεχνικές & οργανωτικές μεταβολές. Βασικό επιχείρημα αποτελεί επίσης, πως το αντρικό δυναμικό δεν βρίσκεται στις βιομηχανίες που απευθύνονταν στις μακρινές αγορές.

Σημαντική απουσία από τη συζήτηση, αποτελεί το ζήτημα συμβολής της γυναικείας εργασίας και των μισθών στην κατασκευή των δεικτών της οικονομικής αλλαγής. 

Κατά τον Berg, η εικόνα για τη χαμηλή παραγωγικότητα έχει διαστρεβλωθεί, καθώς εστιάζουμε σε λάθος εργατικό δυναμικό, όσον αφορά τη συμμετοχή στη βιομηχανία. Μόνο το 10% του αντρικού δυναμικού απασχολούνταν στις μεγάλης κλίμακας και υψηλής παραγωγικότητας βιομηχανίες. Αντίθετα, οι γυναίκες απασχολήθηκαν στις υψηλής παραγωγικότητας βιομηχανίες.
Στης μεγάλης κλίμακας υφαντουργικά εργοστάσια – τον κεντρικό παράγοντα «δυναμισμού»- οι γυναίκες & τα παιδιά αποτελούσαν την πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού. 

 ΜΟΡΦΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ & Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ
Γ. ΙΔ  ΤΟ ΟΙΚΙΑΚΟ ΙΔΕΩΔΕΣ ΤΟ 19ο αι.
 Μοντέλο οργάνωσης της κοινωνικής ζωής του 19ου αι. υπήρξε ο διαχωρισμός ιδιωτικής & δημόσιας σφαίρας. Σε καθεμιά αντιστοιχούσε διαφορετικός ρόλος για άντρες & γυναίκες.
 Οικιακό ιδεώδες γυναικών: οίκος, φροντίδα οικογένειας, αποτελούσε ιδεολογία για τα φύλα αν και δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα των γυναικών της αστικής και της εργατικής τάξης. Ωστόσο, το οικιακό ιδεώδες επηρέασε τον τρόπο σκέψης & συμπεριφοράς στην κοινωνία. 

ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ
Οι διαφοροποιήσεις, εθνικές, πολιτισμικές, τοπικές, ήταν μεγάλες στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής αστικής τάξης. Όμως η ιδεολογία των χωριστών σφαιρών αποτελούσε μια πραγματικότητα για τις αστές, η οποία δεν συνιστούσε ρήξη με το παρελθόν. Η διαφορά έγκειται στην χωρίς προηγούμενο διεύρυνση της απήχησης αυτής της ιδεολογίας τον 19ο αι. 
Οι γυναικείες ιδιότητες & της θηλυκότητας προϋπόθεταν: αγνότητα, ταπεινότητα, υπακοή και οικόσιτη συμπεριφορά.    Γ ΑΣΤ
Αντίστοιχες ιδιότητες για τους άντρες: δυναμισμός, αποφασιστικότητα, επινοητικότητα, λογική, δημιουργικότητα, εξυπνάδα.
Η οικογένεια ήταν το βασικό στοιχείο της νέας κοινωνικής οργάνωσης, με την γυναίκα να αποτελεί την καρδιά και τον άντρα την κεφαλή του σπιτιού. Ο ανδρισμός ταυτίστηκε με το ιδεώδες του κουβαλητή. 

ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ
Η έμμισθη οικιακή εργασία θεωρούνταν πως διασφαλίζει την ηθική ακεραιότητα των γυναικών της εργατικής τάξης, ενώ το εργοστάσιο άρχισε να αντιμετωπίζεται ως κίνδυνος. Ωστόσο, η απασχόληση των γυναικών στο αστικό σπίτι ως υπηρετριών, ραπτριών, αντί για προώθηση της αλληλεγγύης μεταξύ των γυναικών όξυνε τις ταξικές αντιθέσεις.
Η εκδοχή του οικιακού ιδεώδους, αποτελούσε σημαντικό στοιχείο της κουλτούρας της εργατικής τάξης. Για τους άντρες το να κρατούν τις γυναίκες στο σπίτι ήταν δείγμα αξιοπρέπειας, αλλά μόνο μια μικρή ομάδα τεχνιτών, μπορούσε να συντηρήσει την οικογένεια με το μισθό της. Επιπλέον, η αντίληψη σχετικά με τη γυναικεία εργασία δεν ήταν παντού ομοιόμορφη.
ΓΥΝ ΔΙΑΔΗΛ.  Η εργατική νομοθεσία της Ευρώπης αποδέχτηκε το αστικό μονοπώλιο, ιδιαίτερα από τα μέσα του 19ου αι.. Τα σωματεία ζητούσαν νομική μεταρρύθμιση στα πρότυπα της ζωής των αστών. Ενώ οι στρατηγικές αποκλεισμού των γυναικών από τις πιο καλοπληρωμένες και ειδικευμένες εργασίες προϋπήρχαν του 19ου αι., η θέση των παντρεμένων γυναικών απέκτησε τεράστια σημασία: η προστατευτική νομοθεσία, η ιδεολογία του οικογενειακού μισθού και το οικογενειακό ιδεώδες διαμόρφωσαν την έμφυλη ανισότητα στην αγορά εργασίας και εγκαθίδρυσαν την ιεραρχική δομή που εξακολουθούσε να ισχύει και τον 20ο αι.

 Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ.
Περιφράξεις & εξειδίκευση σε Αγγλία & Γερμανία δημιούργησαν συστήματα εντατικής καλλιέργειας & αύξηση των καλλιεργειών για την αγορά. Οι αλλαγές καθόρισαν τις συνθήκες εργασίας των γυναικών, ενώ, όπου υπήρξε στροφή στην κτηνοτροφία οι γυναίκες περιθωριοποιήθηκαν. Η έμφαση στα σιτηρά σε βάρος της γαλακτοκομίας περιόρισε το ρόλο των γυναικών
Νέοι τύποι μηχανών, άλλαξαν τις αγροτικές εργασίες. Ενώ επικράτησε η μισθωτή εργασία και για τα 2 φύλα. Επίσης, οι αλλαγές των καλλιεργητικών πρακτικών, οδήγησε σε πιο καθαρό καταμερισμό εργασίας με έμφυλο χαρακτήρα και λιγότερη κοινή εργασία.
Η παγίωση της μεγάλης κλίμακας γεωργίας δε μείωσε τη γυναικεία εργασία, αφού η καλλιέργεια παρέμεινε εντατική. Αντίθετα, η γυναικεία δραστηριότητα αυξήθηκε, λόγω επέκτασης παραγωγής στην αγορά (περισσότερη εργασία).
Στη Σκωτία, η εξασφάλιση κοινοτικής γης και της μικρής καλλιέργειας ενισχύει τους έμφυλους ρόλους, μέσω διαφορετικών τύπων εργασιών για τις γυναίκες, και ενίσχυση της θέσης των αντρών με τη γη & τα ζώα, μέσω της ιδιοκτησίας.
Στις περισσότερες δυτικές χώρες, οι γυναίκες έχασαν την πρωτοκαθεδρία στην γαλακτοκομία. Η ύπαρξη αρκετών γυναικών στην γαλακτοκομία, δείχνει πως δεν εξωθήθηκαν να εγκαταλείψουν το επάγγελμα. Ωστόσο, η εμπορευματοποίηση και η εκμηχάνιση ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΜΩΡΟπεριόρισε εμφανώς τις γυναίκες.
Σε όλη την Ευρώπη, οι γυναίκες έτειναν να εγκαταλείψουν τη γεωργία όταν είχαν ευκαιρία. Εξαίρεση αποτελούν Ρωσία & Ιταλία που συνέβαλαν περισσότερο από το παρελθόν, είτε λόγω έλλειψη εναλλακτικών λύσεων, είτε για να μπορούν οι άντρες να ασχοληθούν με τη βιομηχανία.
Τα κύρια πεδία των γυναικών στην αγροτική εργασία ήταν, γεωργία & γαλακτοκομία. Παράλληλα, συμμετείχαν στις πιο σκληρές δουλειές, γεγονός που υποσκάπτει το επιχείρημα βιολογικών χαρακτηριστικών.
Δεν υπήρχε καθολικός διαχωρισμός της εργασίας.

 ΑΜΙΣΘΗ & ΕΜΜΙΣΘΗ ΟΙΚΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΊΑ
Το νοικοκυριό αν και διαχρονική δραστηριότητα δεν αναγνωρίζεται η σημασία του και το πλαίσιο πραγματοποίησης της οικιακής εργασίας. Η οικιακή εργασία απαξιώθηκε, λόγω της μη πληρωμής της και θεωρούνταν μη παραγωγική, χωρίς οικονομική αξία, η οποία δεν καταγράφονταν και παρέμενε αόρατη.
Στην απογραφή του 1881, το νοικοκυριό εξαιρέθηκε από την εργασία και οι νοικοκυρές ταξινομούνταν ως «μη απασχολούμενες». Οικιακά & παραγωγικότητα άρχισαν να παρουσιάζονται με αντιθετικούς όρους.
Η μεταφορά των αξιών της επιχειρηματικότητας στον οικιακό χώρο συνδέεται με την ανάδειξη του σπιτιού σε χώρο που αντανακλούσε την ευημερία της αστικής οικογένειας.
Η οικονομία αποτελούσε κυρίαρχη έννοια στη διεύθυνση του νοικοκυριού και κριτήριο για την αποτελεσματικότητά της. Η καθαριότητα ως νέα αξία είχε έμφυλη & ταξική έννοια.. Στη Δανία, η μετάβαση των γυναικών από την γαλακτοκομία στο νοικοκυριό συνδυάστηκε με την αλλαγή στα πρότυπα της οικιακής καθαριότητας.
Η έμμισθη οικιακή εργασία άρχισε να αποτελεί ξεχωριστή κατηγορία απασχόλησης που γνώρισε τεράστια άνθηση τον 19ο αι.. Συνδέθηκε με την αστικοποίηση και την ανάδυση του οικιακού ιδεώδους και έγινε θεσμός με τις δικές του ιεραρχίες και κανόνες. Αποτέλεσε κυρίαρχη επαγγελματική οδό για νεαρές γυναίκες, είτε για να συγκεντρώσουν την προίκα τους, είτε κυρίως για αυτοσυντήρηση και βοήθεια της οικογένειας.
Τον 19ο αι. η οικιακή εργασία αποτέλεσε γυναικείο επάγγελμα και άρχισε να ταυτίζεται με την εξάρτηση και την αιχμαλωσία. Ενώ οι άντρες απασχολούνταν στη βιομηχανία που θεωρούνταν ελκυστικότερη και με υψηλότερους μισθούς.
Το οικιακό επάγγελμα ήταν κυρίως αστικό φαινόμενο, αλλά ήταν συνηθισμένο και στα αγροτικά νοικοκυριά.
Πολλοί από τους εργοδότες ήταν συγγενείς κι αυτό συσκότιζε την εργασιακή σχέση και υπονόμευε την διαπραγματευτική δυνατότητα και το κύρος.
Η ζήτηση κράτησε τους μισθούς σε ψηλό επίπεδο. Οι αριθμοί αυξήθηκαν με ταχείς ρυθμούς το 1830 κι έφτασαν στο απόγειό τους στο τέλος του 19ου αι. Η απασχόληση αυξήθηκε από το 1880 ως τον Μεγάλο Πόλεμο. Ωστόσο, από τις αρχές του 20ου αι. άρχισε να αποτελεί ανεπιθύμητη επαγγελματική επιλογή.
Η οικιακή εργασία αποτέλεσε από τους κύριους λόγους εσωτερικής κυρίως μετανάστευσης και οι κοπέλες μετανάστευαν συνήθως μόνες και ήταν ανύπαντρες. Συχνά η εργασία αποτελούσε προετοιμασία για γάμο, ενώ η εργασία μπορούσε να γίνει και μόνιμη. Στην κατηγορία συμπεριλαμβάνονταν τόσο οι γυναίκες που έμεναν στα σπίτια, όσο κι εκείνες που έπλεναν ρούχα.
Οι εργοδότες ήταν αριστοκράτες & μεγαλοαστοί, που προσελάμβαναν συνήθως κοπέλες από την επαρχία καθώς θεωρούνταν περισσότερο υπάκουες και δίχως δεσμούς με την κοινότητα. Ωστόσο, η κακομεταχείρηση ήταν συνηθισμένη όπως και η απαγόρευση εξόδου. Ο χρόνος εργασίας ήταν στην απόλυτη δικαιοδοσία του εργοδότη. Οι μικροαστοί & τεχνίτες εργοδότες προσελάμβαναν από κοντινή περιοχή κι από την πόλη.
Οι τοπικές αρχές, ενορίες και ιερωμένοι έστρεφαν τα κορίτσια προς την έμμισθη οικιακή εργασία, καθώς θεωρούσαν πως εξασφάλιζε την ηθική τους ακεραιότητα, αν και η σεξουαλική βία και η παρενόχληση ήταν συχνή στον εργασιακό χώρο.
Οι γυναίκες έβλεπαν την οικιακή εργασία σαν ευκαιρία για είσοδο στην σύγχρονη ζωή και σαν δουλειά με προοπτική. Συνάμα, Γ ΣΠΙΤσυχνά ενάλλασσαν οικιακή με βιομηχανική εργασία. Ενώ την επιλογή του επαγγέλματος, καθόριζαν συνήθως τα μεγαλύτερα μέλη της οικογένειας.
Στις αρχές του 19ου αι., η οικιακή εργασία ήταν πιο προσοδοφόρα από εκείνη στα υφαντουργία, αλλά στο τέλος του αιώνα οι όροι αντιστράφηκαν. Βέβαια, οι υπολογισμοί είναι κατά προσέγγιση.
Λόγω έλλειψης πρόνοιας, οι υπηρέτριες εξαρτιόνταν από την καλή θέληση των εργοδοτών. Συνήθως τις αντικαθιστούσαν όταν ήταν άρρωστες ή ηλικιωμένες και κατέληγαν σε ανείπωτη φτώχια. Οι ψυχολογικές διαταραχές αποτελούσαν συχνό φαινόμενο. Επίσης, οι εργοδότες αρνούνταν συνήθως την παροχή συστατικών επιστολών, κάτι που δυσχέραινε την εξεύρεση νέας εργασίας και στόχευε στον περιορισμό της κινητικότητας στην εργασία και στην εξεύρεση καλύτερης θέσης.

 Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Τον 19ο αι., η πολυπλοκότητα οργάνωσης της εργασίας στον εργασιακό χώρο, παρατηρείται σε επίπεδο εξειδίκευσης και καταμερισμού κατά φύλο και ηλικία. Συνάμα, υπάρχουν συνέχειες με το παρελθόν αναφορικά με τον τύπο της εργασίας της περιόδου. Η γυναικεία σχέση με το νοικοκυριό και την οικογένεια, διαμόρφωσε τον τρόπο που έβλεπε την εργασία, ενώ η γυναικεία απασχόληση μεταβάλλονταν ανάλογα με την πορεία ζωής των γυναικών. Η εργασία τους είχε τις ρίζες της στις παραδόσεις της αγροτικής κοινωνίας και αυτή η λογική συνέχισε να επιβιώνει στη βιομηχανική και αστική κοινωνία.
Το εργοστασιακό σύστημα θεωρούνταν η μεγάλη εξέλιξη του 19ου αι στη βιομηχανία. Στην πραγματικότητα δεν απασχολούσαν ποτέ την πλειοψηφία των εργατών, είτε την πλειοψηφία των γυναικών.
Τα μεγάλα εργοστάσια δημιουργούσαν καταμερισμό της εργασίας, που περιλάμβανε ανειδίκευτες εργασίες, που μπορούσαν να γίνουν είτε στο χέρι, είτε με μικρές μηχανές στο σπίτι.
Επίσης, διατηρήθηκαν άλλες μέθοδοι παραγωγής που βάση τους ήταν τα εργαστήρια, τα αγροτικά επαγγέλματα και η οικοτεχνία.
Η ανάπτυξη των εργοστασίων συχνά έδωσε ώθηση στη δουλειά στο σπίτι, ενώ οι φθηνές χειρονακτικές τεχνολογίες καθυστέρησαν την πλήρη εκμηχάνιση.
Κλασικό παράδειγμα συγκεντροποίησης αποτελούσε το υφαντουργείο που έτεινε να επισκιάσει τις άλλες όψεις της γυναικείας εργασίας. Η γυναίκες που δούλευαν σ’ αυτά συμβόλιζαν την απόκλιση της εργατικής τάξης από την αστική, καθώς οι εργάτριες αδυνατούσαν να φροντίσουν το σπίτι και την οικογένεια όπως έπρεπε.
Σ’ όλη την Ευρώπη, πολλές διαδικασίες μεταφέρθηκαν στα εργοστάσια και σε μεγάλα εργαστήρια, κυρίως μεταξύ 1820-1870. Όμως η συγκεντροποίηση δε συνέβη χρονολογικά ή γεωγραφικά ταυτόχρονα. Η σημαντική αλλαγή ήταν η συγκεντροποίηση και ο καταμερισμός εργασίας που οδηγούσαν σε εξειδίκευσή και «απ-ειδίκευση». Οργανωτικές αλλαγές μετέβαλλαν τα μοντέλα εργασίας. Αναπαράγονταν χειρονακτικές πρακτικές σε μεγάλη κλίμακα που καθυστέρησαν τη μετάβαση σε ατμοκίνητα εργοστάσια.
Λόγω ύφεσης των αγροτικών βιοτεχνιών συρρικνώθηκαν οι εργασιακές ευκαιρίες για τις γυναίκες. Συνάμα, ενισχύθηκε ο καταμερισμός με τα 2 φύλα να εργάζονται σε διαφορετικούς τομείς. Οι άντρες αναλάμβαναν την ειδικευμένη εργασία, ενώ οι γυναίκες ήταν χειρίστριες. Ταυτόχρονα νέες δουλειές δημιουργήθηκαν για τις γυναίκες, αφού νέα προϊόντα παράγονταν για νέες αγορές σε εσωτερικό και εξωτερικό.
Από το 1851, στη Βρετανία οι γυναίκες αποκλείστηκαν από τους νέους βιομηχανικούς κλάδους. Όμως ο αριθμός τους αυξάνονταν στους τομείς που είχαν ήδη ψηλή παρουσία.
Η απώλεια εργασίας λόγω παρακμής της αγροτικής βιοτεχνίας δεν αντικαταστάθηκε από την εργασία στο εργοστάσιο. Με το χρόνο άλλαξαν οι επιλογές τους κι από την έμμισθη οικιακή εργασία προτιμούσαν το εργοστάσιο. Αντί της οικοτεχνίας εκτελούσαν καθήκοντα που δεν ήταν οικογενειακά. Όμως οι επιλογές τους καθορίζονταν σε μεγάλο βαθμό από τις αντιλήψεις για το ρόλο και τη θέση των γυναικών, από τοπικές αντιλήψεις και από αλλαγές από τόπο σε τόπο.
Παρά την αύξηση της γυναικείας εργασίας στα εργοστάσια, η νέα εργασία δεν παρείχε αρκετές ευκαιρίες.
Η πλειοψηφία των γυναικών στα εργοστάσια ήταν ανύπαντρες και νέες. Από τις παντρεμένες, περισσότερες θέσεις είχαν όσες δεν είχαν παιδία και λιγότερες όσες είχαν παιδιά κάτω των 5 ετών. Επίσης, το ποσοστό των εργαζόμενων γυναικών έφθινε όσο μεγάλωναν τα παιδιά και μπορούσαν να εργαστούν. Ενώ υπήρχαν ενδείξεις πως μητέρες και κόρες άλλαζαν ρόλους στην εργασία.
  
ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΩΝ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ
Στο σύστημα παραγγελιών στο σπίτι χρησιμοποιούνταν μεσάζοντες για τη διανομή και τη συλλογή αγαθών στη χαμηλότερη δυνατή τιμή. Χαρακτηριστικό ήταν η ακανόνιστη ζήτηση της αγοράς. Το διασκορπισμένο εργατικό δυναμικό επέτρεπε ευελιξία, ώστε οι έμποροι να μπορούν να ανταποκρίνονται στην ακανόνιστη ζήτηση της αγοράς. Εποχιακά καταναλωτικά αγαθά στήριζαν το σύστημα που εξυπηρετούσε τόσο την αναζήτηση του καπιταλισμού για φθηνή εργασία, όσο και την ανάγκη των γυναικών για μισθό. Οι χαμηλές αμοιβές δικαιολογούνταν από τους εργοδότες, πως η εργασία στο σπίτι συνιστούσε ανειδίκευτη εργασία. Το εργατικό δυναμικό παρέμενε αόρατο, αν και αντανακλούσε ευρύτερη αγορά εργασίας για τις γυναίκες. Το μεγαλύτερο ποσοστό ήταν παντρεμένες.

 ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Πολλές εργασίες γυναικών δεν καταγράφονταν στις κατηγορίες στατιστικής. Ενώ οι γυναίκες συμμετείχαν σε δραστηριότητες σ’ όλο το κοινωνικό φάσμα. Πολλές κέρδιζαν τη συντήρησή τους μόνες τους ή βοηθούσαν τους άντρες και τους συγγενείς στη δουλειά τους. Τον 19ο αι, σε συνεργασία με άντρες, συχνά λόγω νομικών παραγόντων, είχαν επιχειρήσεις, ενώ οι χήρες διατηρούσαν τις επιχειρήσεις του άντρα τους.
Με την ενίσχυση των αστικών ιδεωδών από τα μέσα του 19ου αι., οι επιχειρήσεις απομακρύνθηκαν από το χώρο του σπιτιού και λιγότερες γυναίκες ασχολούνταν με εμπορικές επιχειρήσεις.
Οι οικογενειακές επιχειρήσεις ήταν συνήθως άτυπες. Οι γυναίκες ήταν βασικοί εταίροι ετοίμαζαν τα γεύματα, παρέχοντας στέγη, εργασία και πλύσιμο στο εργατικό δυναμικό. Επίσης, διοικούσαν το νοικοκυριό, ασχολούνταν με τους πελάτες, επόπτευαν το εργαστήριο κατά την απουσία του άντρα τους.
Γυναίκες με μικρό κεφάλαιο συχνά το επένδυαν σε ανεξάρτητες επιχειρήσεις, ξεχωριστά από τις οικογενειακές και πουλούσαν για λογαριασμό τους.
Χήρες τεχνιτών, συχνά επένδυαν την προίκα ανοίγοντας μικρές επιχειρήσεις. Πολλές ήταν πλανόδιοι έμποροι. Άλλες, νοίκιαζαν δωμάτια που παρείχαν υπηρεσίες.
Στις αστές, συχνή ήταν η φιλανθρωπία, καθώς η «εργασία» δεν ήταν δείγμα ευγένειας.
Από τα μέσα του 19ου, επαγγέλματα όπως: νοσοκόμες, δασκάλες, υπάλληλοι προσέφεραν νέες προοπτικές.
  Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ & Ο ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ
Η ταύτιση της εργασίας με τη μισθωτή εργασία τον 19ο αι., οδήγησε στη θεώρησή της ως αρσενικής ιδιότητάς. Σ’ όλη την   Γ ΤΕΛΕυρώπη, ο άντρας έπρεπε να συντηρεί τον ίδιο, την γυναίκα και τα παιδιά.
Από θεωρητικούς της πολιτικής οικονομίας, ο γυναικείος μισθός ορίζονταν ως συμπληρωματικός, με συνέπεια την τεράστια ασυμμετρία μισθών και παγίωση της αντίληψης πως οι γυναίκες εξαρτώνται από τους άντρες για τη συντήρησή τους. Οι μισθοί των αντρών κάλυπταν το κόστος συντήρησης και αναπαραγωγής, ενώ των γυναικών δεν επαρκούσε ούτε για τις ίδιες. Η εργασία τους θεωρούνταν μη παραγωγική.
Αφενός ο μισθός των γυναικών ήταν μικρός γιατί η εργασία τους θεωρούνταν μη παραγωγική, αφετέρου ο χαμηλός μισθός θεωρούνταν απόδειξη χαμηλής παραγωγικότητας. Τα γυναικεία αγαθά πωλούνταν φθηνότερα, λόγω απαξίωσης της γυναικείας εργασίας. Σ’ όλη την Ευρώπη, ο γυναικείο μισθός κυμαίνονταν μεταξύ 1/3 έως ½ του αντρικού.
Η ιδέα του οικογενειακού μισθού, έπαιρνε ρόλο διαπραγματευτικού εργαλείου των ειδικευμένων τεχνιτών, που δημιούργησαν τα πρώτα συνδικάτα ενάντια στους εργοδότες. Πίστευαν πως ο οικογενειακός μισθός, δηλαδή ο δικός τους θα περιόριζε τη γυναικεία συμμετοχή στην αγορά εργασίας και θα μείωνε τον ανταγωνισμό, ενισχύονταν τη θέση τους απέναντι στους εργοδότες. Ωστόσο, στρέφονταν και εναντίον των γυναικών που θεωρούνταν σαν απειλή, και όχι των ανειδίκευτων εργάτων. Τέτοιες προσπάθειες μείωσαν ακόμα περισσότερο το γυναικείο μισθό και αύξησαν την εξάρτηση των παντρεμένων γυναικών από τους συζύγους τους, ενώ υπονόμευσαν τη θέση των ανύπαντρων. Η θέση της γυναίκας στην αγορά εργασίας έγινε ακόμα πιο μειονεκτική, αποδυναμώνοντας τη διεκδίκηση του δικαιώματος στην εργασία.

 ΠΗΓΕΣ
  1.    Γαγανάκης Κ, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999
  2. Δρίτσα Μαργαρ. (επίμ)/ Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Ευρώπης/ Εκδ. ΕΑΠ/ Πάτρα 2008
  3. Ράπτης Κώστας/ Γενική Ιστορία της Ευρώπης κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα/ Εκδόσεις ΕΑΠ/ Πάτρα 2000

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου