Ο ΝΕΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ κ' ΟΙ ΡΙΖΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ
Εάν προσπαθήσουμε να περιγράψουμε τη διαδικασία κατά την οποία η Ευρώπη πέρασε από τον φεουδαρχικό στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, θα διαπιστώσουμε γρήγορα πως καταπιανόμαστε με ένα πολυσύνθετο, πολυεπίπεδο και πολύπαραγοντικό φαινόμενο. Από την εποχή του ύστερου Μεσαίωνα έως τον 19ο αιώνα, διεργασίες σε τομείς κοινωνικούς, οικονομικούς, τεχνολογικούς, γεωγραφικούς και άλλους, έλαβαν χώρα μεταμορφώνοντας κυριολεκτικά το ευρωπαϊκό τοπίο. Η πληθώρα και η αλληλοδιαπλοκή όλων αυτών των παραγόντων, εύλογα γεννά και μια ποικιλία προσεγγίσεων από την πλευρά των μελετητών, όσον αφορά τη χρονική στιγμή της μετάβασης από τη μια εποχή στην άλλη, αλλά και τον εντοπισμό των βασικών αιτίων της μετάβασης αυτής[1].
Σ’ ένα άλλο επίπεδο, η διαφοροποίηση των προσεγγίσεων εστιάζεται γύρω από τη σημασία του όρου «βιομηχανική επανάσταση». Δηλαδή, αν όντως στα πλαίσια της ευρωπαϊκής εκβιομηχάνισης, επέδρασε καταλυτικά ένα φαινόμενο τεράστιας έντασης και σημασίας στο μετασχηματισμό των ευρωπαϊκών οικονομιών από αγροτικές σε βιομηχανικές[2] ή αν πέρα των όποιων ιδιαιτεροτήτων, ο βιομηχανικός μετασχηματισμός της Ευρώπης υπήρξε προϊόν μακροχρόνιων και σταδιακών διεργασιών. Στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τα επιχειρήματα που συνηγορούν υπέρ της καθεμιάς από τις δύο προηγούμενες προσεγγίσεις. Ωστόσο, εδώ κρίνεται σκόπιμο να κάνουμε μια διασαφήνιση με την οποία χρησιμοποιούμε τους όρους εκβιομηχάνιση και βιομηχανική επανάσταση. Η πρώτη αναφέρεται ως μια συνεχής διαδικασία, με διαφωνίες ως προς την αφετηρία της, αλλά που φτάνει ως τις μέρες μας, ενώ η δεύτερη ως πεπερασμένο φαινόμενο, κατά τη διάρκεια του οποίου η αξία της βιομηχανικής παραγωγής προσπέρασε την αντίστοιχη της αγροτικής[3].
Σίγουρα ακόμα και η πιο ρηξικέλευθη ανατροπή, σε πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό ή όποιο άλλο επίπεδο, δεν έρχεται από την μια στιγμή στην άλλη δίχως πρώτα να έχει προετοιμαστεί το έδαφος για αυτήν. Έτσι, όσοι υποστηρίζουν πως ο όρος βιομηχανική επανάσταση είναι δόκιμος, για να περιγράψει το φαινόμενο μετατροπής των ευρωπαϊκών οικονομιών, από αγροτικές σε βιομηχανικές, με πρώτη εκείνη της Βρετανίας των τελών του 18ου αιώνα, εντοπίζουν τις αιτίες που οδήγησαν ή προετοίμασαν το έδαφος σε προγενέστερα γεγονότα. Για παράδειγμα, οι περιφράξεις των δημόσιων γαιών της Βρετανίας και το πέρασμά τους στην ιδιοκτησία μιας ολιγαρχίας, που θα στρέψει την αγροτική παραγωγή προς την αγορά, θεωρείται αποφασιστικής σημασίας για τις εξελίξεις που ακολούθησαν, περίπου έναν αιώνα αργότερα.[4] Ως κύριες συνέπειες του προηγούμενου γεγονότος αξιολογούνται: α) η αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας, κάτι που επέτρεψε να θραφεί το πλεονάζον ανθρώπινο δυναμικό που στράφηκε προς τις πόλεις, β) προσφορά εργατικών χεριών για την αναπτυσσομένη βιομηχανία και γ) δημιουργία μηχανισμού συσσώρευσης κεφαλαίου που θα στραφεί σε νέους κλάδους.[5] Συνάμα, ο συνδυασμός μιας ισχυρής οικονομίας, κυρίως χάρη στην ανάπτυξη της βρετανικής βαμβακουργίας, με τις ευνοϊκές κρατικές πολιτικές προς την κατεύθυνση της αποικιοκρατικής εξάπλωσης, υπήρξε ένας ακόμα αποφασιστικής σημασίας παράγοντας.[6] Σ’ ένα άλλο επίπεδο, διαφαίνεται η ανάπτυξη του κατασκευαστικού τομέα, χάρη σε μια σειρά από λόγους όπως: ο κρατικός παρεμβατισμός υπέρ των εγχώριων προϊόντων, η αγοραστική δύναμη που απόκτησαν οι αγροτικές μάζες και η σταδιακή εξάρτησή τους από τα κατασκευασμένα προϊόντα,, οι διάφορες καινοτομίες που εφαρμόστηκαν ως απόρροια των πιέσεων της αγοράς, ένα πρώτο πλεόνασμα κεφαλαίου που έστω διστακτικά επενδύεται στη βιομηχανία.[7]
Ωστόσο, η παραπάνω εικόνα απλά προσπαθεί να σκιαγραφήσει τις αιτίες που οδήγησαν στη βιομηχανική επανάσταση. Ακολούθως, θα προσπαθήσουμε να καταδείξουμε την κατάσταση που επικράτησε από τέλη του 18ου αιώνα, ώστε η συγκεκριμένη διαδικασία να δικαιολογεί το όνομα επανάσταση. Μια γλαφυρή περιγραφή δίνει ο ιστορικός E. Hobsbaum, τονίζοντας την αποδόμηση όλων των κοινωνικών δεσμών (πλην εκείνου του χρήματος) σε συνδυασμό με την κατακόρυφη άνοδο όλων των δεικτών που είχαν σχέση με την οικονομία.[8] Μέσα σε λίγα χρόνια θα δημιουργηθεί μια αλλαγή ισορροπιών στο εσωτερικό της Βρετανίας, μεταξύ αστικού χώρου και υπαίθρου με τον πρώτο να διογκώνεται εις βάρος της δεύτερης, γεγονός που επέφερε έναν καινοφανή καταμερισμό εργασίας.[9] Ένα ογκώδες κύμα νέου προλεταριάτου, προερχόμενο από τις αγροτικές μάζες θα κατακλείσει τις πόλεις και στο εξής οφείλει να συμμορφωθεί σε πρωτοφανείς εργασιακές συνθήκες, όσον αφορά ωράρια και μισθολογικά συστήματα. Το πλέον ευάλωτο τμήμα του, το όποιο χρησιμοποιείται σαν φθηνό εργατικό δυναμικό, αντλείται από τις τάξεις των παιδιών και των γυναικών. Παράλληλα, ξεπηδά μια νέα βιομηχανική αστικά τάξη, δίπλα σ’ εκείνη των εμπόρων και των κτηματιών, της οποίας η ακόρεστη διάθεση για πλουτισμό, δημιουργεί τις συνθήκες «άγριου καπιταλισμού» που καταδίκασε χιλιάδες εργαζόμενους σε δυστυχία. Με την συνακόλουθη αρωγή τόσο των τραπεζιτών, όσο και των κυβερνητικών πολιτικών, από το β’ μισό του 19ου αιώνα οι αριθμοί σε παραγωγή και εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, θα εκτιναχθούν καθιστώντας τη Βρετανία χώρα πρότυπο της βιομηχανικής επανάστασης.[10] Μετά τα συγκεκριμένα γεγονότα, ο κόσμος θα μετασχηματίζονταν βαθιά, εφόσον λόγω της βιομηχανικής επανάστασης επήλθε μια ανατρεπτική αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων, στερώντας από την πλειοψηφία του πληθυσμού τα μέσα παραγωγής και δημιουργώντας ένα νέο τοπίο.
Εξάλλου, ο δυναμισμός της νεοανερχόμενης αστικής τάξης, θα εκφραστεί και μέσα από την ονομαζόμενη νομική επανάσταση, όπου σε μια σειρά από χώρες εξυπηρέτησε τον μετασχηματισμό της παλιάς αγροτικής κοινωνίας. Εκεί που ο συγκεκριμένος δυναμισμός εκπέμπει όμως τον ισχυρότερο συμβολισμό είναι στο πεδίο της πολιτικής, με την Γαλλική Επανάσταση του 1789. Στην τελευταία περίπτωση, φαίνεται ξεκάθαρα η αποφασιστικότητα της αστικής τάξης ώστε να διεκδικήσει το μερίδιο εξουσίας που της αναλογεί και ταυτόχρονα διακρίνεται η αδυναμία του παλαιού καθεστώτος να την αναχαιτίσει, με τα θεμέλια του να τρίζουν επικίνδυνα[11].
Επιστρέφοντας στο πεδίο της οικονομίας, στο β’ μισό του 19ου αιώνα ακολούθησε το φαινόμενο που ονομάστηκε δεύτερη βιομηχανική επανάσταση. Η ειδοποιός διαφορά από την πρώτη φάση είναι πως στηρίχθηκε κυρίως στην βαριά βιομηχανία και στην ανάπτυξη του σιδηρόδρομου.[12] Η περίοδος, σημαδεύτηκε από νέα μεγάλη προλεταριοποίηση και από εξίσου μεγάλη επένδυση κεφαλαίου.[13] Ως αποτέλεσμα της συνεχούς βιομηχανικής ανάπτυξης, εμφανίζεται ένας τριτογενής οικονομικός τομέας, αυτός των υπηρεσιών, της διοίκησης, της εκπαίδευσης και του λιανεμπορίου.[14] Πιθανά όμως η μεγαλύτερη συνέπεια σε σχέση με τον οικονομικό τομέα, είναι πως στο εξής η βιομηχανία θα αυτονομηθεί και οι ευρωπαϊκές αγορές θα επηρεάζονται πλέον από την κατάσταση των επιχειρήσεων και όχι από την γεωργία.[15]
Στον αντίποδα όσων αποδέχονται τη σημασία της βιομηχανικής επανάστασης, υπάρχουν απόψεις όπως αυτή του M. Fores που θεωρούν αδόκιμη τη μεταφορά του όρου επανάσταση από την πολιτική στο πεδίο της κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας. Κατά τον ίδιο άλλωστε, δεν υπάρχει διάκριση από το φαινόμενο που συντελέστηκε πριν 5.000 χρόνια στην Μεσοποταμία, όπου έλαβε χώρα η διάκριση πληθυσμών μεταξύ πόλης και υπαίθρου. Το νήμα της ιστορίας μοιάζει αναλλοίωτο, μόνο που τη θέση των φτωχών της Μεσοποταμίας θα πάρουν οι μισθωτοί εργαζόμενοι.[16] Διαφορετικές αιτιάσεις διατυπώνουν άλλοι μελετητές, αμφισβητώντας την επαναστατικότητα των οικονομικών αλλαγών του 18ου και 19ου αιώνα, στο μέτρο που αυτές βασίστηκαν σε διαδικασίες που επικεντρώνονται σ’ ένα πιο μακρινό παρελθόν, όπως η οικοτεχνία ή η εμπορική ανάπτυξη.[17]
Παρόμοια μοιάζει η προσέγγιση του D. North, ο οποίος επανεξετάζει τη βιομηχανική επανάσταση δίχως να αρνείται την εντυπωσιακή μεταμόρφωση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, που πραγματοποιήθηκε στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Εστιάζοντας όμως στην ουσία της μεταμόρφωσης αυτής, την αποδίδει στην επιτάχυνση και στο μέγεθος συγκεκριμένων μεταβολών και όχι στον επαναστατικό χαρακτήρα τους.[18] Σύμφωνα με τον ίδιο δεν μπορούμε να μιλάμε για επανάσταση, εφόσον δεν έχουμε πραγματική ρήξη με το παρελθόν, αλλά κορύφωση μιας διαδικασίας που είχε αρχίσει αρκετά νωρίτερα.[19] Εν τέλει ότι ονομάζουμε βιομηχανική επανάσταση δεν είναι παρά αποτέλεσμα μεταβολών οργανωσιακού τύπου, που είχαν στόχο τον καλύτερο έλεγχο των εργατών.[20]
Ο μοναδικός ίσως κοινός παρονομαστής όλων των αναλύσεων, είναι πως τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στα τέλη του 18ου και στη διάρκεια του 19ου αιώνα, όποια κι αν ήταν η φύση ή οι αιτίες τους μεταμόρφωσαν την κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα. Αναμφισβήτητα, η οριστική μετάβαση στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής συντελέστηκε τη συγκεκριμένη περίοδο, χάρη σ’ ένα συνδυασμό οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων.[21]
Ο φιλελευθερισμός της αστικής τάξης θα μεταμόρφωνε ριζικά το κοινωνικό και οικονομικό τοπίο. Ωστόσο, η αστική προοδευτικότητα στη συγκεκριμένη περίοδο, έμοιαζε να εξαντλείται στο μέτρο που δε θίγονταν τα οικονομικά της συμφέροντα και αυτός μοιάζει ο κυριότερος λόγος υιοθέτησης πατερναλιστικών πολιτικών με στόχο την αναμόρφωση της εργατικής τάξης. Η τελευταία βέβαια, παρά την αρχική έλλειψη οργάνωσης, βαθμιαία θα ξεφύγει από τον εργοδοτικό έλεγχο και να αποκτά τη δική της ταξική συνείδηση, με συνέπειες τόσο με την υιοθέτηση ριζοσπαστικών αντιλήψεων, όσο και με το συνδικαλισμό.[22] Έτσι στην αυγή του 2οου αιώνα καινούριες αναταράξεις θα σημάδευαν την Ευρωπαϊκή ήπειρο σε οικονομικό αλλά και κοινωνικό επίπεδο
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Aldcroft D – Ville S. επιμ., Η Ευρωπαϊκή Οικονομία 1750-1914, εκδ. Αλεξάνδρεια, μτφρ. Ν. Σταματάκης, Αθήνα 2005
- Δρίτσα Μαργαρ. (επίμ)/ Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Ευρώπης/ Εκδ. ΕΑΠ/ Πάτρα 2008
- Γαγανάκης Κ, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999
- Hobsbaum E./ H εποχή των επαναστάσεων 1789-1848/ σ. 52/ Εκδ. ΜΙΕΤ/ Αθήνα 1992
- North D. C., Δομή και μεταβολές στην Οικονομική Ιστορία, Εκδ. Κριτική, Α. Αλεξιάδη, Αθήνα 2000
Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
[1] Δρίτσα Μαργαρ. (επίμ)/ Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Ευρώπης/ σ. 21/ Εκδ. ΕΑΠ/ Πάτρα 2008 Εφεξής θα χρησιμοποιούμε συντομογραφία αντί τίτλου.
[2] Ο.π/ σ. 75
[3] Ο.π/ σ. 76
[4] Κ. Γαγανάκης, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Εκδ. ΕΑΠ, σελ 241, Πάτρα 1999. Εφεξής θα χρησιμοποιούμε συντομογραφία αντί τίτλου.
[5] Hobsbaum E./ H εποχή των επαναστάσεων 1789-1848/ σ. 52/ Εκδ. ΜΙΕΤ/ Αθήνα 1992 Εφεξής θα χρησιμοποιούμε συντομογραφία αντί τίτλου.
[6] Ο.π/ σ. 53
[7] Κ. Γαγανάκης/ σ. 241,242,243
[8] Hobsbaum E./ σ. 47,48
[9] Κ. Γαγανάκης/ σ. 245
[10] Ο.π/ σ. 246, 247
[11] Ο.π./ σ. 248, 249
[12] Ο.π/ σ. 265
[13] Ο.π/ σ. 265
[14] Ο.π/ σ. 260
[15] Ο.π/ σ. 259
[16] Δρίτσα Μαργαρ. (επίμ)/ σ. 77
[17] Aldcroft D – Ville S. (Επιμ)./ Η Ευρωπαϊκή Οικονομία 1750-1914, εκδ. Αλεξάνδρεια/ σ.14/ μτφρ. Ν. Σταματάκης, Αθήνα 2005
[18] D. C. North, Δομή και μεταβολές στην Οικονομική Ιστορία, Εκδ. Κριτική, σελ. 249,252/ μτφ, Α. Αλεξιάδη, Αθήνα 2000
[19] Ο.π/ σ. 263
[20] Ο.π/ σ. 263
[21] Κ. Γαγανάκης/ σ. 272
[22] Ο.π/ σ. 272
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου