ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ-ΟΙ 2 ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ: ΔΥΤΙΚΗΣ κ' ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Οι εντυπωσιακές επιδόσεις των δυτικών χωρών δημιούργησαν οικονομίες μαζικής κατανάλωσης, πλήρους απασχόλησης, διαρκούς αύξησης του εισοδήματος των εργαζομένων.
Η ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΑΟΣ. ΤΑ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ, 1945-1950
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος επέφερε τεράστια αποδιάρθρωση των ευρωπαϊκών κοινωνιών.42.000.000 άνθρωποι σκοτωθήκαν, οι μισοί απ’ αυτούς πολίτες, ενώ οι απώλειες δεν έπληξαν όλους το ίδιο.
Η προσπάθεια ανασυγκρότησης έπρεπε να αντιμετωπίσει προβλήματα όπως: οι διχασμοί & οι εθνοτικές διαφορές, μια καινοφανή διάλυση της υποδομής, την ερήμωση πόλεων & υπαίθρου και – κυρίως – δεκάδες εκατομμύρια προσφύγων που σχημάτιζαν τεράστια καραβάνια μετακίνησης, είτε για την επιστροφή στην πατρίδα τους, είτε για να αναζητήσουν αλλού ένα καλύτερο και ασφαλέστερο μέρος.
Η ενδο-ευρωπαϊκή εβραϊκή μετανάστευση ανακόπηκε το 1948, με τη δημιουργία του κράτος του Ισραήλ, το οποίο δέχτηκε πλέον τα κύματα των Εβραίων προσφύγων της Ευρώπης.
Αντίθετα, ιδιαίτερα δυσχερής ήταν η θέση των γερμανικών μειονοτήτων της κεντρικής & ανατολικής Ευρώπης, καθώς διώχνονταν από τις χώρες της περιοχής όπως: η Τσεχοσλοβακία, η Ρουμανία, η Πολωνία, η Γιουγκοσλαβία και η Ουγγαρία.
Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια σημειώθηκαν μαζικά περιστατικά αντεκδικήσεων ενάντια στους δωσίλογους σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία, το Βέλγιο, δημιουργώντας κράτος τρόμου στις τοπικές κοινωνίες. Η οργανωμένη εθνική αντίσταση προσπάθησε να ελέγξει την κατάσταση σε χώρες όπως: η Γαλλία, η Ιταλία, η Ελλάδα, με τη συγκρότηση στρατοδικείων & τη δημιουργία φυλακών.
Στις Ευρωπαϊκές χώρες που σύμφωνα με τη Συμφωνία της Γιάλτας τέθηκαν εκτός σοβιετικής επιρροής, ο κίνδυνος κοινωνικής εκτροπής & ο κομμουνιστικός κίνδυνος οδήγησε σε κυβερνήσεις συνασπισμού μεταξύ συντηρητικών & χριστιανοδημοκρατών. Το γεγονός είχε σαν αποτέλεσμα να υιοθετηθούν πολιτικές ήπιας τιμωρίας των συνεργατών των ναζί, άμβλυνσης των αντιπαραθέσεων και σημειώθηκαν ελάχιστες εκτελέσεις. Μάλιστα, από τις αρχές το 50’, η επίσημη πολιτική προώθησε τη λογική της συγχώρεσης & της αμνηστίας, με αποτέλεσμα την ουσιαστική παύση των διώξεων.
Βέβαια, στα αρνητικά αυτής της «ομαλής συνέχειας», υπήρξε το γεγονός πως μεγάλο μέρος της κρατικής διοίκησης, ιδιαίτερα των αστυνομικών σωμάτων παρέμεινε αλώβητο.
ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 1944-89
Το διάστημα 1944-89, χωρίζεται σε 2 περιόδους και από πλευράς οικονομικών ιδεών και από άποψη οικονομικών πολιτικών & αντιλήψεων.:
1. Η 1η μέχρι τις αρχές του 70’, αποτέλεσε τη «χρυσή εποχή» της οικονομικής ανάπτυξης και της επικράτησης του «Κεϋνσιανισμού». Από 1973-78 το μοντέλο φτάνει στα όριά του και ανακάμπτει ο Νεοφιλελευθερισμός.
Απώλεια της οικονομικής πρωτοκαθεδρίας της Ευρώπης, λόγω εξάντλησης φυσικών κεφαλαίων & πρώτων υλών και καταστροφής εγκαταστάσεων. Συνάμα, λαμβάνει χώρα η πολιτική διαίρεση σε Ανατολή & Δύση.
Ποσό του σχεδίου Μάρσαλ, αποκατάστησε υποδομές και έθεσε τα θεμέλια της ανάπτυξης.
Βάσει της θεωρίας του Κέυνς, η ευημερία των πολιτών ήταν καθήκον του κράτους. Εκτεταμένες εθνικοποιήσεις & κρατικές επενδύσεις, στη βάση της περιφερειακής και ισόρροπης ανάπτυξης. Αναδόμηση συστημάτων υγείας & πρόνοιας.
Αντάλλαγμα της γενναιοδωρίας των Η.Π.Α., υπήρξε η αναγνώριση της πρωτοκαθεδρίας τους.
Το 1944 με τη συνθήκη Bretton – Woods, το δολάριο γίνεται το μόνο νόμισμα μετατρέψιμο σε χρυσό. Ορίστηκαν σταθερές ισοτιμίες όλων των νομισμάτων του κόσμου.
Ίδρυση της Παγκόσμιας Τράπεζας & Δ.Ν.Τ. για δανεισμό κυβερνήσεων και αναπτυξιακών έργων.
GATT (γενική συμφωνία περί δασμών & εμπορίου).: Δέσμευση χωρών για συζήτηση θεμάτων εμπορίου και αμοιβαίες μειώσεις δασμών, ώστε να συζήτιουνται τα προβλήματα και να μη προβαίνουν οι χώρες σε μεμονωμένες ενέργειες.
1950-75 (Χρυσή Εποχή):
1. Θεσμικό πλαίσιο συνεργασίας και συνδιαλλαγής.
Αποαποικιοποίηση χωρίς ανταγωνισμούς & συγκρούσεις.
2. Εξορθολογισμός οικονομικών πολιτικών και πρωτοφανής για τα διεθνή οικονομικά χρονικά, 25ετής συνεχής οικονομική μεγέθυνση. Έλεγχος πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα. Οι κυβερνήσεις απόκτησαν μέσα επίτευξης μεγαλύτερης κοινωνικής συνοχής.
3. Συνεχής τεχνολογική πρόοδος, σε συνδυασμό με το πετρέλαιο και τα παράγωγά του να κυριαρχούν ως κινητήρια δύναμη στη βιομηχανία. Αμυντικές βιομηχανίες, φυτώρια ανακαλύψεων & καινοτομιών. Παραγωγικότητα συντελεστών παραγωγής: γης, κεφαλαίου, εργασίας βελτιώνονταν και οι καρποί της οικονομικής ευημερίας διαχέονταν σ’ ολόκληρη την κοινωνία .
Μυστικό «χρυσής εποχής»: ο συνδυασμός ενός σταθερού πλαισίου εξωτερικών οικονομικών συναλλαγών & δυνατότητας κρατικής παρέμβασης στην οικονομία.
Bretton – Woods: εξασφάλισε νομισματική σταθερότητα και περιόρισε την κερδοσκοπία –κατά Κέυνς- ενώ απόφευγε την απομόνωση, στηρίζοντας το διεθνές εμπόριο. Παρείχε νομισματική προστασία στις οικονομίες, βοηθώντας τις εθνικές κυβερνήσεις να ακολουθήσουν ενεργές πολιτικές οικονομικής ανάπτυξης
Το σύστημα έφτασε στα όριά του, λόγω των 2 πετρελαϊκών κρίσεων 1973,1978, όπου το καρτέλ των πετρελαιοπαραγωγών χωρών διπλασίασε 2 φορές την τιμή του πετρελαίου. Αποτέλεσμα ήταν η παγκόσμια άνοδος των τιμών και η συνακόλουθη στασιμότητα στην παραγωγή. Η κατάσταση που δημιουργήθηκε ονομάστηκε «στασιμοπληθωρισμός» και συνέβη σε συνθήκες κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών, καθώς από το 1971 οι Η.Π.Α. ανέστειλαν τη συνθήκη Bretton – Woods. Οι ρυθμοί ανάπτυξης έπεσαν και η κυριαρχία του Κεϋνσιανισμού έλαβε τέλος.
1977-89: Η οικονομική δραστηριότητα παρεμποδίστηκε, λόγω στασιμοπληθωρισμού & εισαγωγής νέων τεχνολογιών που επέφεραν ανεργία. Επίσης, κυριαρχεί έλλειψη συντονισμού και συνακόλουθη ανασφάλεια στο εμπόριο παγκοσμίως.. Οι κυβερνήσεις των μεγαλύτερων χωρών της Δύσης, εστίασαν στην καταπολέμηση του πληθωρισμού, αφήνοντας την ανεργία να λυθεί από τις δυνάμεις της αγοράς.
Συνολικά οι ρυθμοί ανάπτυξης μειώθηκαν, όμως ακόμα κι έτσι αποτελούσαν επιτυχία, συγκριτικά με παλαιότερες εποχές της ευρωπαϊκής οικονομικής ιστορίας. Η ανεργία παρέμεινε το σημαντικότερο πρόβλημα και προφανώς δεν μπορεί να λυθεί με απαγόρευση των μεταναστευτικών κυμάτων, που πάντα χαρακτήριζαν την ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη.
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ & ΚΡΑΤΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ
Το βασικότερο ίσως χαρακτηριστικό του ευρωπαϊκού μεταπολεμικού μοντέλου ανάπτυξης, ήταν η δημιουργία του Κράτους Πρόνοιας, όχι απλά ως κοινωνική αρωγή των αδυνάτων, αλλά ως κατεξοχήν «οικονομικός» θεσμός από πλευράς αποτελεσμάτων για την άνοδο της παραγωγικότητας & την ανάπτυξη.
Ο θεσμός του Κράτους πρόνοιας, αποτέλεσε ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» μεταξύ των κοινωνικών τάξεων με διαμεσολαβητή & εγγυητή το κράτος. Διατέλεσε το ρόλο βασικής ρυθμιστικής αρχής της λειτουργίας της οικονομίας στο βαθμό που μετρίαζε τις εργατικές διεκδικήσεις – συνεπώς εξασφάλιζε τα επιχειρηματικά κέρδη – με αντάλλαγμα ένα ευρύ δίκτυο κοινωνικής προστασίας & αρωγής στους κλάδους : της υγείας, της παιδείας, των συνθηκών διαβίωσης, προστασίας των συνταξιούχων.
Ωστόσο, οι νέες αντιλήψεις μετά τη δεκαετία του 70’ (ύφεση & 2 πετρελαϊκές κρίσεις) άρχισαν σταδιακά να θέτουν ερωτήματα σχετικά με το ρόλο και την αποτελεσματικότητα του Κράτους Πρόνοιας, λόγω της νεοφιλελεύθερης οικονομικής στροφής και των νέων αντιλήψεων περί «ανταγωνιστικότητας» & «αποτελεσματικότητας». Ειδικότερα για την Ευρώπη, οι συζητήσεις αυτές συνδέθηκαν και με τον μακροπρόθεσμο στρατηγικό στόχο, που είχε τεθεί ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 60’, της ευρωπαϊκής ενοποίησης και των απαιτήσεων της.
Η σημαντική πολιτικοοικονομική εξέλιξη που επηρέασε την μεταπολεμική οικονομική ιστορία της Ευρώπης, ήταν η
δημιουργία της Ε.Ο.Κ. το 1958. Πρόδρομος της τελευταίας ήταν η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα & Χάλυβα (ΕΚΑΧ) το 1951, με βάση την ιδέα ότι η στενή οικονομική & πολιτική συνεργασία θα επέτρεπε το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και την άμβλυνση των εθνικών οικονομικών ανταγωνισμών που είχαν επιφέρει βαρύ τίμημα στο παρελθόν. Η ΕΟΚ ξεκίνησε με 6 μέλη και με διαδοχικές διευρύνσεις έφτασε σήμερα τα 27. Ξεκίνησε ως τελωνειακή ένωση και εξελίχθηκε σε μια ενιαία αγορά σχεδόν πλήρους ελεύθερης διακίνησης των οικονομικών συντελεστών παραγωγής και με ενιαίο νόμισμα για τις 15 απ’ αυτές.
Αρχικά και μέχρι τον μετασχηματισμό της ΕΟΚ σε Ευρωπαϊκή Ένωση το 1985, κύρια πολιτική της κοινότητας από το 1962, αποτελούσε η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), στηριγμένη σε 2 σκέλη:
1. Ενίσχυση των αγροτών, μέσω στήριξης του εισοδήματός τους με τον καθορισμό των ελάχιστων τιμών ασφαλείας για τα αγροτικά προϊόντα.
2. Δημιουργία Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού & Εγγυήσεων (FEOGA), με στόχο την παραγωγή καλλιεργειών από τους αγρότες βάσει του κεντρικού σχεδιασμού της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών.
Η ΚΑΠ απορροφούσε ως τα μέσα του 80’, το 80% των κοινοτικών πόρων. Η πολιτική μπορεί να χαρακτηριστεί πετυχημένη στο μέτρο που εξασφάλισε την Ευρωπαϊκή αυτάρκεια σ’ όλα σχεδόν τα αγροτικά προϊόντα και στήριξε το αγροτικό εισόδημα, ώστε να αποτελεί σταθερή αύξουσα συνιστώσα της συνολικής καταναλωτικής ζήτησης. Ωστόσο, μειονέκτημά της αποτέλεσε η κακή κατανομή των πόρων, σε υπερβολικά πλεονάσματα αγροτικών προϊόντων, γεγονός που λειτούργησε σε βάρος των προϊόντων του Τρίτου Κόσμου και στα δίκαια παράπονά τους, τη στιγμή μάλιστα που η ΕΟΚ προσπαθούσε να τις πείσει να φιλελευθεροποιήσουν το εξωτερικό τους εμπόριο.
Η σταδιακή διεύρυνση της Κοινότητας με νέα κράτη μέλη οδήγησε τις Βρυξέλες στην υιοθέτηση και άλλων πολιτικών, όπως: η βιομηχανιή, η περιφερειακή, η κοινωνική, γεγονός που επέφερε την υποχώρηση της αποκλειστικότητας της ΚΑΠ. Ειδικά, χάρη στα οράματα για Ευρωπαϊκή Οικονομική & Νομισματική Ενοποίηση, πολιτική προτεραιότητα αποτέλεσε η σύγκλιση & η συνοχή των οικονομιών της.. Ήδη από το 1975 ιδρύθηκε το Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και από το 1979 τέθηκε σε εφαρμογή το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα. Παρά τις κρίσεις που γνώρισε το συγκεκριμένο σύστημα, λόγω της συσσωρεμένης εμπειρίας, έγινε εφικτή η ολοένα και πιο αποτελεσματική διαχείριση οικονομικών & νομισματικών φαινομένων.
Το 1992, ολοκληρώθηκε το σχέδιο της Ενιαίας Αγοράς με στόχο την άρση φανερών ή αφανών εμποδίων στην ελεύθερη διακίνηση ευρωπαϊκών προϊόντων & κεφαλαίων, ενώ στη συνθήκη του Μάαστριχ ορίστηκαν τα κριτήρια συμμόρφωσης της οικονομικής πολιτικής των χωρών μελών της Ε.Ε. Τα κριτήρια δεν αφορούν αναπτυξιακούς ή κοινωνικούς στόχους, αλλά μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας & νομισματικής σταθερότητας. Έτσι το έλλειμμα του προϋπολογισμού των χωρών μελών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ και το Δημόσιο Χρέος το 60% του ΑΕΠ. Ο πληθωρισμός οφείλει να είναι χαμηλότερος του μέσου όρου των 3 χαμηλότερων επιδόσεων των χώρων μελών της ΕΕ προσαυξημένου κατά μιάμιση μονάδα,. Το ίδιο ισχύει και για τα επιτόκια των μακροχρόνιων κρατικών ομολόγων. Αν και υπήρχαν διορθωτικές ερμηνείες των παραπάνω στοιχείων στην πορεία εισαγωγής του Ευρώ, γεγονός παραμένει ότι η οικονομική πολιτική στην ΕΕ στηρίζεται σ’ αυτές τις αρχές.
Η ΕΕ, από οικονομική άποψη πέτυχε να δημιουργήσει μια τεράστια αγορά καταναλωτών υψηλού εισοδήματος που επέφερε κερδοφορία για τις επιχειρήσεις & ανάπτυξη καινοτομιών και επιχειρηματικότητας.
Επιπλέον, η υψηλή κοινωνική προστασία των Ευρωπαίων εργαζομένων συντελέστηκε κατά την περίοδο οικοδόμησης του Κράτους Πρόνοιας στη μεταπολεμική Ευρώπη.
Η δέσμευση των Ευρωπαίων ηγετών στην απόφαση της Λισαβόνας σχετικά με την προαγωγή του ανταγωνισμού στην Ευρώπη προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστική η ήπειρος απέναντι στις Η.Π.Α., την Κίνα και άλλες χώρες & περιοχές του κόσμου, οδήγησε σε αποδόμηση της κοινωνικής προστασίας, παρά την αντίσταση των συνδικάτων & των εργατικών κομμάτων. Απ’ αυτήν την άποψη, είναι βέβαιο πως στο μέλλον θα υπάρξουν εξελίξεις οι οποίες θα μετασχηματίσουν την ΕΕ προς αλλαγές που θα προάγουν οι κοινωνικές πλειοψηφίες του μέλλοντος. ΧΑ
ΟΙ 2 ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, 1950-1980
ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ ΣΤΟΝ «ΥΠΑΡΚΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ»
Η κατάσταση της Σοβιετικής Ένωσης κατά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, περιγράφεται ζοφερή: Τεράστιες απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό, καταστροφές στην παραγωγική υποδομή, σοβαρές αλλαγές στην σοβιετική οικονομική οργάνωση. Μεγάλο μέρος της βιομηχανίας της χώρας είχε μετακινηθεί ανατολικά, στη Σιβηρία και τη Σοβιετική Κεντρική Ασία. Οι συνθήκες εργασίας των εργατών ήταν πολύ σκληρές και το δικαίωμα μετακίνησης σε άλλες περιοχές είχε ουσιαστικά απαγορευτεί. Η παροχή τροφίμων παρέμενε δυσχερής, επιδεινωμένη από δύο χρονιές ξηρασίας. Η σοβιετική γεωργία εξακολουθούσε να υποφέρει λόγω του καταστροφικού αντίκτυπου των μεγάλων κυμάτων κολεκτιβοποίησης της δεκαετίας του 30’.
Η άμεση μεταπολεμική περίοδος χαρακτηρίστηκε από γιγάντια προσπάθεια ανοικοδόμησης της οικονομίας, με έμφαση στη βαριά βιομηχανία. Έτσι, στα τέλη του 1945 η παραγωγή γαιάνθρακα πλησίασε το 90% της προπολεμικής παραγωγής, του πετρελαίου το 62% και του χάλυβα το 67%. Στις αρχές της δεκαετίας του 50’ η σοβιετική βιομηχανία είχε ξεπεράσει κατά 40% τα προπολεμικά επίπεδα παραγωγής.
Η σοβιετική ανάκαμψη ενισχύθηκε σημαντικά, εξαιτίας της μαζικής εισαγωγής αγαθών & πρώτων υλών σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές από τη σοβιετική ζώνη επιρροής στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά και από τις πολεμικές επανορθώσεις. Όμως παρά τα εντυπωσιακά επιτεύγματά της παρουσίαζε σοβαρά προβλήματα σχεδιασμού
Στον αγροτικό τομέα, έγιναν έντονες παρεμβάσεις. Οι αγροτικές κολεκτίβες, για διαχειριστικούς λόγους, μειώθηκαν σταδιακά από 250.000 το 1947 σε 92.000 το 1952. Πέρα, όμως από τις κολεκτίβες που εκμεταλλεύονταν εύφορα εδάφη ή παρήγαγαν στρατηγικής σημασίας προϊόντα, η μεγάλη πλειοψηφία των αγροτικών κολεκτιβιστικών συνεταιρισμών αντιμετώπιζε μια δεινή πραγματικότητα. Το χαμηλό βιοτικό επίπεδο των Ρώσων αγροτών ευνοούσε το ρεύμα μετανάστευσης προς τις πόλεις. Έτσι, τη δεκαετία του 50’ το συνολικό εργατικό δυναμικό της σοβιετικής γεωργίας ήταν κατά 10% μικρότερο του προπολεμικού.
Εξάλλου, ο διπλασιασμός των κομματικών μελών συγκριτικά με τις παραμονές του πολέμου, που αντανακλούσε τις προσδοκίες για καλύτερες μέρες για τη χώρα, η μαζικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης που συνέβαλε στη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων, η μεταπολεμική αύξηση του εθνικού πλούτου αποτέλεσαν τελικά παράγοντες απογοήτευσης, καθώς το βιοτικό επίπεδο της μέσης οικογένειας δε συμβάδιζε με την παραπάνω πρόοδο κι επιπλέον οι νέες ηθικές & διανοητικές αναζητήσεις δε συμβιβάζονταν με την αποστέωση του σταλινισμού.
Ωστόσο, η Σοβιετική Ένωση επιτάχυνε και θεσμοποίησε την κοινωνική επανάσταση στη ζώνη επιρροής της. Οι ανατολικές χώρες χρησιμοποιήθηκαν ως «προγεφύρωμα» απέναντι στην καπιταλιστική Δύση, συνάμα επιχειρήθηκε ο ριζικός κοινωνικός μετασχηματισμός τους προς κομμουνιστική κατεύθυνση.
Η συγκεκριμένη ιδεολογία αφορούσε το σύνολο του πληθυσμού και δεν στηρίζονταν σε αρχές αποκλεισμού. Η σοβιετική δύναμη βασίστηκε στις φιλικές και ιδεολογικά συγγενείς πολιτικές κυβερνήσεις των ανατολικών χωρών. Επέβαλε & προώθησε ραγδαία εκβιομηχάνιση που κυριολεκτικά μεταμόρφωσε το ανατολικοευρωπαϊκό αγροτικό τοπίο σε έντονα εκβιομηχανισμένη αστική κοινωνία. Αυτό το γεγονός, καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη των κοινωνιών, καθώς και στην ιστορική πορεία του ανατολικοευρωπαϊκού κομμουνισμού.
Αρχικά, η εκστρατεία ανασυγκρότησης κέρδισε την εκτίμηση πλατιών κομματιών. Όμως, η ίδρυση της Cominform το Σεπτέμβριο του 1947 σε συνδυασμό με τη σκλήρυνση του δυτικού αντικομουνισμού, επέδρασε στη μετάλλαξη της πολιτικής προώθησης εθνικών συμμαχιών – και αντίστοιχων δρόμων προς το σοσιαλισμό – προς την υιοθέτηση μιας νέας καταναγκαστικής ομοιομορφίας και παράλληλα στην επίδειξη επιθετικής στάσης απέναντι στις «αστικές δυνάμεις» της κάθε ανατολικοευρωπαϊκής χώρας. Η αποβολή της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο από την Cominform συνοδεύτηκε από εκτεταμένες δικαστικές διώξεις των «απείθαρχων» κομμουνιστών και μετατράπηκε σε κυνήγι μαγισσών που ταυτίστηκε με την εποχή του σταλινισμού.
Πρότυπο για την ανάπτυξη των ανατολικοευρωπαϊκών οικονομιών αποτέλεσε η ραγδαία σοβιετική εκβιομηχάνιση της δεκαετίας του 30’. Σε κάθε ανατολική χώρα προωθήθηκε με κάθε τρόπο βιομηχανική επανάσταση, βασισμένη στη συμπίεση του αγροτικού τομέα & στη συρρίκνωση της κατανάλωσης.
Η ελλειμματική εκβιομηχάνιση των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, ενίσχυσε την αντίληψη της εκβιομηχάνισης υπό κρατικό έλεγχο. Ιδιαίτερα, μετά την μεσοπολεμική εμπειρία και τα αδιέξοδα του οικονομικού φιλελευθερισμού, σ’ ολόκληρη την Ευρώπη είχε υιοθετηθεί μια αντίληψη περί «κεντρικού σχεδιασμού», στα σοβιετικά πρότυπα, με την υπαγωγή της βαριάς βιομηχανίας και του τραπεζικού τομέα, υπό άμεσο κρατικό έλεγχο, τη διεύρυνση του κράτους πρόνοιας κ.λ.π.
Ειδικά για την περίοδο 1944-47, το ζήτημα δεν ήταν αν ο κεντρικός σχεδιασμός ήταν θεμιτός, αλλά ποια εκδοχή του θα υλοποιούνταν, η σοσιαλδημοκρατική ή η κομμουνιστική.
Μεταξύ 1948-51, όλες οι χώρες του σοβιετικού μπλοκ θέσπισαν 5ετή ή 6ετή αναπτυξιακά προγράμματα ραγδαίας εκβιομηχάνισης και μαζικοποίησης της παραγωγής. Θέτοντας φιλόδοξους στόχους, η επίτευξη των οποίων θα στηρίζονταν στη συμπίεση των εργατικών μεροκάματων, ώστε το πλεόνασμα να επανεπενδυθεί στη βιομηχανική ανάπτυξη.
Τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας τις δεκαετίες 50 & 60’ – και παρά την απόρριψη της οικονομικής βοήθειας του σχεδίου Marshall – ήταν εντυπωσιακά. Σ’ όλη τη συγκεκριμένη διάρκεια, η Ανατολική Ευρώπη έφτανε ή ξεπερνούσε τη Δυτική σε ρυθμούς ανάπτυξης εργατικού δυναμικού & παραγωγής.
Ωστόσο, ο μετασχηματισμός της ανατολικοευρωπαϊκής παραγωγικής δομής κυοφορούσε ο ίδιος τα προβλήματα που θα εμφανίζονταν στο μέλλον: Η βιομηχανία έντασης εργασίας δεν επέτρεψε την τεχνολογική ανάπτυξη σε υψηλά επίπεδα, ενώ οδήγησε σε υπερτροφία ξεπερασμένους βιομηχανικούς κλάδους, κάτι που θα είχε αντανάκλαση στο μέλλον εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων.
Επίσης, η στασιμότητα των εισοδημάτων & η αστυνόμευση των εργατών για την «ενθάρρυνση» της υψηλής παραγωγικότητας, επέφερε ρήγματα στις σχέσεις της εργατικής τάξης με τα ανατολικοευρωπαϊκά καθεστώτα.
Σε άλλο επίπεδο, η γεωργία καταδικάστηκε σε ρόλο εξαρτήματος τροφοδότη του βιομηχανικού αστικού τομέα.. Η μαζική αντίδραση των αγροτών αντιμετωπίστηκε με άγρια καταστολή.
Όμως, το συστηματικό σαμποτάρισμα της παραγωγής και των παραγωγικών πλάνων και οι αγροτικές εξεγέρσεις, οδήγησαν σε έλλειψη τροφίμων, γεγονός που ανάγκασε τις κομματικές ηγεσίες να χαλαρώσουν τα μέτρα κολεκτιβοποίησης από τις αρχές της δεκαετίας του 50’, περιόδου που συνοδεύτηκε και από τις διαδικασίες αποσταλινοποίησης των σοσιαλιστικών κοινωνιών της ανατολικής Ευρώπης.
Το 19ο Συνέδριο του Κ.Κ.Σ.Ε. το 1952 δεν κατάφερε να προωθήσει μεταρρυθμίσεις που θα έβγαζαν από τα
αδιέξοδα τις σοβιετικές κοινωνίες & οικονομίες. Η έμφαση δόθηκε πάλι στη βαριά βιομηχανία, ενώ η παραγωγικότητα υπερτερούσε της ποιότητας αλλά και των κοινωνικών αναγκών.
Τον θάνατο του Στάλιν το 1953, ακολούθησε μια περίοδος ρευστότητας, με τη νέα ηγεσία να χαρακτηρίζεται από παλινδρομήσεις & αντιφάσεις. Οι διώξεις σταμάτησαν, προωθήθηκε μια επιλεκτική αποσταλινοποίηση, ενώ η ηγεσία δεν κατάφερε να κινηθεί συντονισμένα. Η όποια προοπτική της μεταρρύθμισης ανακόπηκε από την κομματική εσωστρέφεια, της περιόδου της ηγεσίας του Κρούτσεφ.
Συμπερασματικά μπορούμε να δούμε πως στα τέλη της δεκαετίας του 40’ ένα 36% της εργατικής δύναμης ζούσε στις νέες πόλεις, ενώ τη δεκαετία του 60’ το ποσοστό είχε ανέλθει στο 50%, παρότι υπήρχε οξύ στεγαστικό πρόβλημα.
Σε 2 δεκαετίες επήλθαν επαναστατικές αλλαγές στις ανατολικές κοινωνίες.:
• Η καθιέρωση Εθνικών Συστημάτων Υγείας, μείωσαν την παιδική θνησιμότητα & αύξησαν το μέσο όρο ζωής.
• Οι οικογενειακές παροχές & τα νέα δικαιώματα που δόθηκαν (παιδικοί σταθμοί, απελευθέρωση των αμβλώσεων) στόχευαν στην αποδέσμευση των γυναικών από τις οικογενειακές υποχρεώσεις, ώστε τα πολύτιμα γυναικεία εργατικά χέρια να τεθούν στην υπηρεσία της σοσιαλιστικής ανάπτυξης.
• Στην εκπαίδευση, η παιδεία εκδημοκρατίστηκε, επιτρέποντας τη μαζική είσοδο πλατιών κοινωνικών στρωμάτων.
• Η κοινωνική κινητικότητα από τις γραμμές της εργατικής τάξης στα μεσαία διαχειριστικά στελέχη και τα ελεύθερα επαγγέλματα ενθαρρύνθηκε, εφόσον η διαφορά στις απολαβές μεταξύ χειρονακτικών & μη επαγγελμάτων μειώθηκε, βάσει της πολιτικής, κοινωνικής & οικονομικής εξίσωσης.
• Η ισοκατανομή του εθνικού εισοδήματος εξαφάνισε την επαιτεία από τις ανατολικοευρωπαϊκές πόλεις
Βέβαια, η βιομηχανική ανάπτυξη είχε μεγάλο κοινωνικό & οικονομικό κόστος:
• Η ύπαρξη ελλείψεων σε πολλούς τομείς των εθνικών οικονομιών υπονόμευαν την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και εγκυμονούσαν κινδύνους για την οικονομική ανάπτυξη.
• Η εμφανής από τη δεκαετία του 60’ βελτίωση των στοιχειωδών συνθηκών ζωής, δεν κατάφερε να περιορίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια, λόγω της σπανιότητας ή ακόμα και έλλειψης βασικών καταναλωτικών αγαθών. Η ανεπάρκειες της αγοράς υπονόμευαν το κύρος των κυβερνώντων κομμουνιστικών κομμάτων, είτε γιατί συνδέονταν με κυκλώματα πρόσβασης στα πολύτιμα καταναλωτικά αγαθών, είτε γιατί θεωρούνταν πως είχαν αποτύχει να ανυψώσουν το βιοτικό επίπεδο του λαού. Το κλίμα επιδεινώνονταν κι από την οικονομική αποστράγγιση των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών από τη Σοβιετική Ένωση
• Από τη δεκαετία του 1960 οι καπιταλιστικές κοινωνίες είχαν κερδίσει εμφανώς τη «μάχη της κατανάλωσης»
Η απαρχή της αποσταλινοποίησης στην ΕΣΣΔ ενέπνευσε πολλές ανατολικές χώρες στην χάραξη «νέας πορείας». Σε Ουγγαρία, Ανατολική Γερμανία, Τσεχοσλοβακία, Πολωνία & Ρουμανία, έγιναν προσπάθειες για μεταρρυθμίσεις αλλού τολμηρότερες κι αλλού διστακτικότερες. Όμως, ο συγκεντρωτισμός και η πολιτική ομογενοποίηση των ηγεσιών δε θα επιτρέψει παρεκκλίσεις. Η Άνοιξη της Πράγας το 1968
και η καταστολή της από τις δυνάμεις του συμφώνου της Βαρσοβίας, συμβολίζει από τη μία, τη διάθεση των ανατολικοευρωπαϊκών κοινωνιών για αυτοδύναμη ανάπτυξη, μακριά από τον ασφυκτικό σοβιετικό έλεγχο, κι από την άλλη, την αρτηριοσκληρωτική αντίληψη των πολιτικών εξουσιών που αντιλαμβάνονταν ως μέγα κίνδυνο ακόμα και την παραμικρή παρέκκλιση από το πολιτικό κέντρο.
ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΥΣΗ
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 στις Δυτικές κοινωνίες, επικρατούσε ακόμα ανασφάλεια & οικονομική αβεβαιότητα σχετικά με το αν η ανάκαμψη μπορούσε να αντιμετωπίσει οριστικά τον κίνδυνο μιας ενδεχόμενης ύφεσης, όπως αυτή που βύθισε την Ευρώπη στο χάος προπολεμικά.
Ωστόσο, με εξαίρεση τις δικτατορίες της Ιβηρικής & την Ιρλανδία, οι ρυθμοί ανάπτυξης όλων των υπόλοιπων δυτικοευρωπαϊκών χωρών ήταν καλύτεροι από κάθε άλλη εποχή του παρελθόντος.
Μεταξύ 1950-60 η ανεργία κυμαίνονταν στο 3%, ενώ στην επόμενη δεκαετία 1960-70, είχε συρρικνωθεί ακόμα περισσότερο στο 1,5%.
Η νέα σχεδιασμένη καπιταλιστική οικονομία του Κέυνς είχε θεμελιώδη προϋπόθεση την πλήρη απασχόληση.
Η ανάπτυξη στηρίχτηκε στη μεγάλη διαθεσιμότητα του εργατικού δυναμικού, στα επαρκή κεφαλαιικά αποθέματα,, στην κρατική παρέμβαση με έλεγχο των τραπεζών & των επενδύσεων, στην επιβολή εξοικονόμησης πόρων και στη συμπίεση της κατανάλωσης προς όφελος της οικονομικής ανάπτυξης.
Ουσιαστική ενίσχυση της μεταπολεμικής ανάκαμψης οφείλονταν στους πόρους του σχεδίου Marshall.Οι Η.Π.Α. προέτρεπαν για υψηλή παραγωγικότητα & μαζική κατανάλωση σαν αντίδοτο στον κομουνιστικό κίνδυνο.
Οι αμερικάνικες παροτρύνσεις & οι επενδύσεις αναζωογόνησαν τις εμπορικές συναλλαγές, οι οποίες αποτέλεσαν το θεμέλιο της οικονομικής άνθησης του 1950.
Άλλωστε με αμερικάνικη παρότρυνση συστάθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα & Χάλυβα (ΕΚΑΧ), που οδήγησε στην «εμπορική επανάσταση» της 2ης μεταπολεμικής δεκαετίας.
Η 1/1/1959 σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη της λειτουργίας της Κοινής Αγοράς και τηνεμφάνιση της ΕΟΚ ως απαρχή του εγχειρήματος οικονομικής & πολιτικής ομογενοποίησης της καπιταλιστικής Ευρώπης.
Με εξαίρεση την Ιταλία & την Γερμανία, οι δυτικοευρωπαϊκές κυβερνήσεις είχαν αποστασιοποιηθεί από το οικονομικό δόγμα του Μεσοπολέμου. Στην πράξη είχαν αποδεχτεί τον κρατισμό δίνοντας έμφαση στην πλήρη απασχόληση & στην ανάπτυξη, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους στην κοινωνία από τους άλλους δείκτες της οικονομίας
Για την επίτευξη της οικονομικής ανάπτυξης & της κοινωνικής ευημερίας, οι δυτικοευρωπαϊκές κυβερνήσεις, έδειχναν διατεθειμένες να ανεχτούν –ακόμα και μια απαράδεκτη για την οικονομική σκέψη του 30’ – σχετική αύξηση του πληθωρισμού.
Εξίσου σημαντικό χαρακτηριστικό της μεταπολεμικής περιόδου αποτελεί η παράλληλη ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα & η συμβίωσή του, χωρίς προβλήματα, με τον δημόσιο, με απώτερο στόχο την «ανάπτυξη». Η βαθμιαία απομάκρυνση από τον άκρατο κρατισμό σε συνδυασμό με την ελεύθερη ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα, δημιούργησαν τη «μεικτή οικονομία». Ο ιδιωτικός τομέας, επωφελήθηκε κι από τις κυβερνητικές αναπτυξιακές πολιτικές, σημειώνοντας ρυθμούς ανάπτυξης τέτοιους που αποτέλεσαν βάση της «οικονομικής έκρηξης» του 1950.
Επιπλέον, παράγοντας επιτάχυνσης της μεταπολεμικής οικονομικής ανάπτυξης αποτέλεσε η τεχνολογική επανάσταση.
Οι τεχνολογίες έντασης κεφαλαίου με διαρκείς & μεγάλες επενδύσεις, ενίσχυσαν την ανάπτυξη & δημιούργησαν ένα τεράστιο καταναλωτικό κοινό.

Στη δεκαετία του 60’ οι δαπάνες για την κοινωνική πρόνοια, απορροφούσαν το μεγαλύτερο μέρος των συνολικών δημόσιων δαπανών.
Μέχρι τα τέλη του 70’ τα προηγμένα καπιταλιστικά κράτη είχαν εξελιχθεί σε κράτη πρόνοιας.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 60’ εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια της επερχόμενης κρίσης.:
• Κάμψη της αύξησης της παραγωγής.
• Οι πιέσεις που ασκούσαν οι αυξήσεις σε μισθούς & τιμές.
• Το 1971 καταρρέει το σύστημα Bretton Woods
• Πετρελαϊκή κρίση, λόγω αύξησης της τιμής του βαρελιού πετρελαίου από τον ΟΠΕΚ, επιφέρει ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού
Το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού (στασιμότητα στην οικονομική ανάπτυξη & αύξηση πληθωρισμού) και τα δημοσιονομικά ελλείμματα των Η.Π.Α. οδηγούν τις ευρωπαϊκές κοινωνίες σε κρίση. Αποτέλεσμα η εκτόξευση της ανεργίας και η επανεμφάνιση του οικονομικού φιλελευθερισμού.
Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΩΝ, 1945-1980
Ο μετασχηματισμός της μεταπολεμικής 30κονταετίας, επιφέρει ραγδαία συρρίκνωση των αγροτικών πληθυσμών. Εν μέρει, αποτελεί απόρροια της τεχνολογικής επανάστασης στη γεωργία.
Άλλη σημαντική εξέλιξη, η μαζικοποίηση της 2βάθμιας & ιδιαίτερα της 3βάθμιας εκπαίδευσης, και η συνδεόμενη μ’ αυτή καθολική άνοδος των επαγγελμάτων που απαιτούσαν γνώσεις ψηλού επιπέδου. Η μαζικοποίηση συντέλεσε στον εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης.
Η αλματώδης αύξηση των φοιτητών προκάλεσε εξίσου μεγάλη αύξηση των θέσεων εργασίας στην 3βάθμια εκπαίδευση.
Η εδραίωση του κράτους πρόνοιας συντέλεσε στην ενίσχυση του φοιτητικού σώματος.
Το ανώτερο 10% «αποχωρεί», επιδεινώνοντας τη θέση των σοσιαλιστικών κομμάτων.
Εξάλλου, η μετανάστευση συνέβαλε στην εθνοτική & φυλετική διαφοροποίηση και σε όξυνση των εσωτερικών συγκρούσεων.
Η διόγκωση των φοιτητικών πληθυσμών εξέθεσε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες στον φοιτητικό ριζοσποαστισμό. Τις δεκαετίες 60’ & 70’ αναπτύχθηκαν κινήματα κοινωνικής κριτικής ενάντια στον πόλεμο, την κοινωνική οργάνωση, την κουλτούρα της αστικής τάξης. Οι ιδέες διαχύθηκαν στην εργατική τάξη.
Εκδήλωση και εντυπωσιακή ανάπτυξη του φεμινιστικού κινήματος, χάρη στην επαγγελματική αποκατάσταση & την είσοδο των γυναικών στην ανώτατη εκπαίδευση. Πιο έντονα στη Δύση και άλλαξε τη φύση των δραστηριοτήτων & το ρόλο των γυναικών.
Από δεκαετία 1980 Μεταβιομηχανική Εποχή με συρρίκνωση της εργατικής τάξης. Παρακμή & μεταφορά βιομηχανικών μονάδων εκτός Ευρώπης, αντικατάσταση μεγάλων μονάδων από μετρίου μεγέθους με υψηλή τεχνολογία.
Οικονομικές κρίσεις, προκαλούν ανεργία 70’ & 80’
Εσωτερική διαίρεση & άμβλυνση ταξικής συνείδησης, λόγω ανόδου του βιοτικού επιπέδου το 1950-70 στις Δυτικές κοινωνίες πλήρους απασχόλησης & μαζικής κατανάλωσης.
ΠΗΓΕΣ
- AldcroftD – VilleS. επιμ., Η Ευρωπαϊκή Οικονομία 1750-1914, εκδ. Αλεξάνδρεια, μτφρ. Ν. Σταματάκης, Αθήνα 2005
- Δρίτσα Μαργαρ. (επίμ)/ Θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της Ευρώπης/ Εκδ. ΕΑΠ/ Πάτρα 2008
- Γαγανάκης Κ, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999
- Hobsbaum E./ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ/2
- North D. C., Δομή και μεταβολές στην Οικονομική Ιστορία, Εκδ. Κριτική, Α. Αλεξιάδη, Αθήνα 2000
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου